Καλαμαριά, το σπίτι μου

Ζω στην Ολλανδία, αλλά όποτε επιστρέφω θέλω να κυκλοφορώ στη γειτονιά όπου είπα τα πρώτα μου σ’ αγαπώ

– Where are you from?
– Thessaloniki, Greece

«Από πού είσαι;». Η ερώτηση που αντιμετωπίζεις σε κάθε νέα συνάντηση, όταν ζεις στο εξωτερικό. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα σιωπής, οι περισσότεροι προσπαθούν να καταλάβουν τι τους είπες. Πολλοί δεν ξέρουν την πόλη. Κάποιοι την έχουν ακουστά. Εκείνοι που την έχουν επισκεφτεί ενθουσιάζονται, κι αρχίζουν να εξιστορούν κάποιο ταξίδι τους ή, τις περισσότερες φορές, τις περιπέτειές τους στην πόλη κατά τη διάρκεια των φοιτητικών τους χρόνων.

«Θέλω να μαζέψω λεφτά και να πάω να εγκατασταθώ εκεί!» μου έχει τύχει να ακούσω.

Στη Θεσσαλονίκη μου, την πόλη που αποκαλούσα «σπίτι» τα πρώτα 23 χρόνια της ζωής μου. Τρία χρόνια μετά, η ζωή μου είναι πια στην Ολλανδία, και νιώθω περίεργα να προσθέτω το «μου». Κάθε φορά που την επισκέπτομαι νιώθω γλυκόπικρα συναισθήματα. Κάθε στενάκι, κάθε δρόμος της μού θυμίζει κάτι. Έναν άλλο εαυτό, μια άλλη ζωή.

«Κάθε στενάκι, κάθε δρόμος της μού θυμίζει κάτι. Έναν άλλο εαυτό, μια άλλη ζωή».

Την πρώτη φορά που επέστρεψα, έχοντας μήνες να τη δω, ήθελα να είμαι συνέχεια στο κέντρο. Να περπατήσω ξανά στα Λαδάδικα, να δω από μακριά το πρώτο σπίτι που είχα διακοσμήσει μόνη μου. Να γιορτάσω με τους φίλους μου στα μέρη που γνωρίζω τόσο καλά, αλλά τώρα μου φαίνονταν διαφορετικά.

Καθόμουν στο λιμάνι με τις ώρες, πίνοντας φρέντο και αγναντεύοντας τον Λευκό Πύργο και τη θάλασσα, που τόσο μου είχαν λείψει. Ήθελα να κάνω βόλτες ξανά στα στενάκια της Καμάρας και να φάω «πίτσα του ενός ευρώ» και κρέπα από τη Ναυαρίνου. Γιατί δεν μπορώ να σκεφτώ τη Θεσσαλονίκη χωρίς τις γεύσεις της.

«Την πρώτη φορά που επέστρεψα, Καθόμουν στο λιμάνι με τις ώρες, πίνοντας φρέντο και αγναντεύοντας τον Λευκό Πύργο και τη θάλασσα, που τόσο μου είχαν λείψει».

Όσο περνάει ο καιρός όμως, όποτε επιστρέφω θέλω να κυκλοφορώ στην Καλαμαριά. Στη γειτονιά που μεγάλωσα και είπα τα πρώτα μου «σ’ αγαπώ», εκεί όπου έκλαψα και οι φίλοι μου με αγκάλιασαν. Στη γειτονιά όπου γέλασα, έβγαινα για βόλτες με τις γιαγιάδες μου, εκεί όπου οι γονείς μου μου έμαθαν ποδήλατο.

Τώρα, την εξερευνώ από την αρχή. Βλέπω αγαπημένα μου μαγαζιά να έχουν κλείσει, θέλω να θυμώσω, αλλά δεν μπορώ. Ανακαλύπτω αυτά που έχουν πάρει τη θέση τους. Δημιουργώ καινούριες αναμνήσεις με τους αγαπημένους μου ανθρώπους, που πλέον έχουν μεγαλύτερη αξία. Γιατί έμειναν εκεί, επέμειναν, και δεν με ξέχασαν.

Η Καλαμαριά θα είναι πάντα το σπίτι μου. Όσα κτίρια κι αν αλλάξουν, όσα μαγαζιά κι αν κλείσουν.

«Την τελευταία μέρα, αγκαλιάζοντας τους ανθρώπους που αγαπώ, θυμάμαι ένα ακόμη μέρος που θα ήθελα να δω και δεν πρόλαβα, τη Νέα Παραλία ή τη θέα από τα Κάστρα».

Κι έρχεται η στιγμή να φύγω. Να γυρίσω στο «καινούργιο» μου σπίτι. Όσες μέρες κι αν πέρασα στη Θεσσαλονίκη, ο χρόνος δεν μοιάζει ποτέ αρκετός. Πάντα την τελευταία εκείνη μέρα, χαζεύοντας το πανέμορφο ηλιοβασίλεμα, αγκαλιάζοντας τους ανθρώπους που αγαπώ, θυμάμαι ένα ακόμη μέρος που θα ήθελα να δω και δεν πρόλαβα.

Τη Νέα Παραλία ή τη θέα από τα Κάστρα.

«Την επόμενη φορά…» λέω σε όποιον είναι εκεί για να με ακούσει.

Διαβάστε επίσης

Περιμένει μαζί με τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης την αναγέννηση εδώ και 18 χρόνια
Στου «Κοντογούρη», που έντυνε τον Φωτόπουλο και τον Χατζηχρήστο, τα τζιν γράφουν ακόμα ιστορία
Πώς ο πρόσφυγας Νικόλαος Καλαμποκίδης έστησε το θρυλικό στέκι στη Νίκης
Η πιο πολυσύχναστη λαϊκή των δυτικών συνοικιών είναι μοναδική εμπειρία