Αφετηρία της κοινής τους πορείας, ωστόσο, δεν υπήρξε ο κινηματογράφος, αλλά η στατική εικόνα: η φωτογραφία και η ζωγραφική.
«Εκεί, στο σταμάτημα του χρόνου, ανακαλύψαμε τη δύναμη της παρατήρησης, τη σιωπή, τη σημασία της στιγμής, την περιπέτεια της εκτροπής από το πραγματικό. Αργότερα ήρθε και η κινούμενη εικόνα, η παράμετρος του χρόνου. Όχι ως ανατροπή, αλλά ως φυσική συνέχεια. Η επιθυμία να δώσουμε στην εικόνα χρόνο, ρυθμό, ανάσα. Η κινούμενη εικόνα μάς μάγεψε. Όχι ως τεχνικό μέσο, αλλά ως τρόπος να στέκεσαι απέναντι στον κόσμο. Ίσως ήταν η δύναμή της να δημιουργεί χώρους – όχι μόνο φυσικούς αλλά και συναισθηματικούς, πολιτικούς, χώρους μνήμης – που μας οδήγησε στον κινηματογράφο. Η δυνατότητα να αφηγείσαι χωρίς να εξηγείς, να θυμάσαι χωρίς να μιλάς, να συνδέεις πρόσωπα, εποχές και τοπία χωρίς γραμμικότητα αλλά με εσωτερική συνοχή».
Οι άγριες μέρες και η κοινωνική ανάφλεξη που πυροδότησε (και στη Θεσσαλονίκη) η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου (Οργισμένος Δεκέμβρης, 2010)· το Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη ως βιωμένη κατάθεση ψυχής που ψηλαφεί το ιστορικό τραύμα και όχι ως απλό εγκυκλοπαιδικό λήμμα (Το χρονικό μιας καταστροφής, 2013)·ένα φρενήρες οδοιπορικό στη σύγχρονη αυτοσχεδιαστική μουσική, με σημείο αφετηρίας τη συναρπαστική Θεσσαλονίκης της δεκαετίας του 1980 (In Situ, 2017).
Παραγνωρισμένες και άγνωστες όψεις της αντιδικτατορικής δράσης στη Θεσσαλονίκη κατά την περίοδο της Χούντας (Ένα απότομο ξύπνημα, 2017 / σειρά ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε στην ΕΡΤ3)· ο αρχέγονος δεσμός ανάμεσα στην πρωτογενή ύλη και την ανθρώπινη δημιουργία, εκεί όπου τέμνονται ο χρόνος, η κληρονομιά και η ανθρώπινη ματιά (Επιστροφή στη γη, 2021)· ένα ταξίδι στις ανοιχτές ιστορικές πληγές και στην καρδιά του ναζιστικού σκότους μέσα από την ιστορία του Γερμανού ψυχιάτρου Titus Milech (Επιστροφή στην πατρίδα, 2024).
Η Χρύσα Τζελέπη και ο Άκης Κερσανίδης, σε όλη τη διάρκειας αυτής της πολυσύνθετης και πλουραλιστικής διαδρομής, δεν ξεστράτισαν ποτέ από έναν κινηματογράφο που αποφεύγει τα εμπορικά μονοπάτια και τις φόρμουλες, που προϋποθέτει σιωπή και στοχασμό. Μια επιλογή δύσβατη, απαιτητική, μοναχική, την οποία όμως δεν συναισθήκαν ποτέ ως βαρος ή ως περιορισμό.
«Ζούμε σε μια εποχή υπερπαραγωγής εικόνων, αλλά το ζητούμενο παραμένει το ίδιο: να βρεις χώρο για ένα σινεμά που αφηγείται αλλιώς. Αυτό που μας οδηγεί είναι η πίστη πως μέσα από την εικόνα – την ευάλωτη, την αργή, την ποιητική – μπορούμε ακόμα να ξανασυναντηθούμε. Με τους άλλους. Με την ιστορία. Με τον εαυτό μας. Η κινηματογραφική εικόνα, όταν είναι αληθινή, μπορεί να ανοίξει ξανά τα μάτια και τις καρδιές. Μπορεί να κάνει το αόρατο, ορατό».
Το «Anemicinema Studio» είναι για κάτι πολύ περισσότερο από χώρος εργασίας και παραγωγής για τη Τζελέπη και τον Κερσανίδη. Είναι το σημείο συνάντησης για όλα τα στοιχεία που τους απασχολούν καλλιτεχνικά αλλά και υπαρξιακά: το μέρος όπου η μνήμη, η ιστορία, ο ήχος, το αρχείο, ο λόγος, η εικόνα συνυπάρχουν και αλληλοδιαπλέκονται.
«Στο “Anemicinema” δοκιμάζουμε ιδέες, πειραματιζόμαστε, μοντάρουμε, ηχογραφούμε, συνομιλούμε, σιωπούμε. Είναι ένας χώρος ζωντανός – όχι αποστειρωμένος. Είναι ο χώρος όπου αποκτούν υπόσταση οι ιδέες μας, οι εικόνες μορφή, οι λέξεις ρυθμό, τα αρχεία φωνή. Εκεί έχουν γεννηθεί οι περισσότερες από τις ταινίες μας. Εκεί συνδέθηκαν το προσωπικό με το συλλογικό, η δημιουργία με την αγωνία».
Το όνομα «Anemicinema» παραπέμπει στο ομώνυμο πειραματικό-ντανταϊστικό έργο (Anémic Cinéma) του Marcel Duchamp, αντανακλώντας την επιθυμία των δύο Θεσσαλονικιών δημιουργών για ένα σινεμά πιο υπόγειο, πιο ποιητικό, υπαινικτικό, παιχνιδιάρικο και «αναιμικό». Οι δύο λέξεις μπορούν να γίνουν αντιληπτές ως αναγραμματισμός η μία της άλλης.
«Μας επιτρέπει να μένουμε πιστοί στον τρόπο με τον οποίο θέλουμε να αφηγούμαστε: λιτά, ουσιαστικά, αλλά με επιμονή, που δεν έχει την ψυχρότητα ενός απλού στούντιο, αλλά τη ζεστασιά ενός τόπου που φτιάχτηκε για να φιλοξενεί εύθραυστα πράγματα – σκέψεις, βλέμματα, μνήμες. Είναι το δικό μας “Σπήλαιο του Πλάτωνα”, ταυτόχρονα καταφύγιο και εργαστήριο ονείρων στην προσπάθειά μας να βγούμε στο φως».
Η Χρύσα Τζελέπη και ο Άκης Κερσανίδης παρέμειναν προσηλωμένοι στο ντοκιμαντέρ σε δύσκολες εποχές, όταν το συγκεκριμένο είδος κουβαλούσε την ταμπέλα του υποδεέστερου, έχοντας συσχετισθεί με την πληροφόρηση, την ενημέρωση και την καταγραφή.
«Το ντοκιμαντέρ δεν ήταν ποτέ επιλογή δεύτερης κατηγορίας για εμάς. Ήταν – και παραμένει – ένα ανοιχτό πεδίο πειραματισμού, έκφρασης, αναζήτησης. Από την αρχή μάς συγκινούσε η δυνατότητα να συνδέεις την πραγματικότητα με το όνειρο, το προσωπικό με το συλλογικό, το τεκμηριωμένο με ασυνείδητα στοιχεία που προκύπτουν από το φαντασιακό. Είναι μια μορφή σινεμά που μπορεί να φτάσει στην καρδιά του ανείπωτου».
Χωρίς να αποκλείουν το ενδεχόμενο να καταφύγουν κάποια στιγμή στη μυθοπλασία, στην περίπτωση που προκύψει κάποια ιστορία αναγκαίο να ειπωθεί με διαφορετικούς όρους, δεν δίνουν μεγάλη βαρύτητα στη διάκριση μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας.
Αυτό που τους ενδιαφέρει πρωτίστως είναι η αλήθεια του κινηματογραφικού βλέμματος, το πώς χτίζεται μια αφήγηση που μεταφέρει ουσία. «Πολλές φορές τα όρια είναι ρευστά. Στις δικές μας ταινίες συναντά κανείς συχνά μια υβριδικότητα: τεκμήρια ή κομμάτια ακατέργαστης πραγματικότητας, που γίνονται ποιητικές εικόνες, αφηγήσεις που αποκτούν μυθοπλαστική ένταση».
Το να κάνεις σινεμά στη Θεσσαλονίκη είναι αναντίρρητα μια απόφαση δύσκολη λένε οι δύο δημιουργοί, οι οποίοι έχουν νιώσει πολλές φορές τι σημαίνει να βρίσκεσαι μακριά από γνωριμίες, φορείς, κέντρα στήριξης και χρηματοδότησης. Ωστόσο, εξηγούν πώς ενιότε η απόσταση μπορεί να μετατραπεί σε δύναμη.
«Στη Θεσσαλονίκη υπάρχει χώρος για στοχασμό, για αληθινή επαφή με τον τόπο και τους ανθρώπους του, για άλλους ρυθμούς. Και η συνθήκη αυτή διαμορφώνει τον τρόπο που βλέπεις τον κόσμο – και, κατ’ επέκταση, τον τρόπο με τον οποίο τον κινηματογραφείς. Το στοίχημα δεν είναι να “αντέξεις” μακριά από την Αθήνα ή το εξωτερικό. Το αληθινό ζητούμενο είναι να αποδείξεις – πρώτα στον εαυτό σου – ότι ο κινηματογράφος δεν χρειάζεται συγκεκριμένο ταχυδρομικό κώδικα για να υπάρξει. Η Θεσσαλονίκη έχει δική της φωνή, μια κοινότητα που αναπτύσσεται, διεκδικεί, δημιουργεί. Πιστεύουμε και αισιοδοξούμε πως στο μέλλον θα υπάρχουν όλο και περισσότεροι δημιουργοί που θα χτίσουν εδώ την πορεία τους, όχι επειδή δεν μπορούν να φύγουν, αλλά επειδή θα επιλέγουν να μείνουν. Και αυτό, για εμάς, είναι μια μορφή πολιτικής πράξης».
Έχοντας ήδη καταχωρηθεί στη συνείδηση του κοινού ως αχώριστο δίδυμο, η κουβέντα για τον μηχανισμό και τις ιδιαιτερότητες της από κοινού δημιουργίας προκύπτει σχεδόν αυτόματα.
Στην περίπτωση των Τζελέπη-Κερσανίδη πρόκειται για μια διαδικασία που έχει διαμορφωθεί οργανικά, σε βαθμό που πολλές φορές είναι αδύνατον ακόμη και για τους ίδιους να ξεχωρίσουν ποιος βρίσκεται πίσω από μια συγκεκριμένη ιδέα ή ένα συγκεκριμένο κάδρο.
Μία σειρά έντυπων και διαδικτυακών εκδόσεων, οπτικοακουστικών παραγωγών και δράσεων για την Ιστορία, τα Γράμματα, τις Τέχνες και τις Ιδέες στην πόλη, που προβάλλει πτυχές και πρόσωπα της ιστορικής και σύγχρονης Θεσσαλονίκης.
Μία πλατφόρμα διαλόγου, ιδεών και δράσεων για την ανάδειξη της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, την προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού, και την ποιότητα ζωής στην καθημερινότητα της πόλης.
Εγγραφείτε στο newsletter του Θεσσαλονικέων Πόλις δωρεάν για να λαμβάνετε στο inbox σας πρωτογενή ρεπορτάζ για την πόλη, άρθρα, συνεντεύξεις και επιλογές από την έντυπη και διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού.