Έχοντας σταθεί στο πρώτο μέρος του αφιερώματος στη μυθοπλαστική απεικόνιση της Θεσσαλονίκης στο σινεμά, καθώς και στην απεικόνιση της Θεσσαλονίκης στις ταινίες του Γιάννη Δαλιανίδη και του Θόδωρου Αγγελόπουλου, προχωρούμε στις διεθνείς arthouse (ή τέλος πάντων όχι χολιγουντιανές) παραγωγές που γυρίστηκαν πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη.
Στεκόμαστε αρχικά στο Ακόμη κρύβομαι για να καπνίσω (2015) της Ραϊανά Ομπερμεγιέρ, το οποίο γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στο ανατολίτικης ατμόσφαιρας και αισθητικής Μπέη Χαμάμ της Θεσσαλονίκης. Μεταφέροντας το δικό της θεατρικό στη μεγάλη οθόνη, σε αυτό το κοινωνικό δράμα κλειστού χώρου, η Γαλλοαλγερινή ηθοποιός και σκηνοθέτις (που έπεσε θύμα επίθεσης φανατικών φονταμενταλιστών, οι οποίοι αποπειράθηκαν να την κάψουν ζωντανή) υιοθετεί μια γυναικεία οπτική και φεμινιστική ματιά στην αθέατη καθημερινότητα των ηρωίδων της, εξοστρακίζοντας το δεσποτικό αρσενικό βλέμμα του ισλαμικού κόσμου.
Το 2016, η ταινία Τα πνεύματα του Σερβοέλληνα σκηνοθέτη Σέρτζιαν Μιλισάβλιεβιτς μετατρέπει –όπως υποδηλώνει και ο τίτλος της ταινίας– τη Θεσσαλονίκη σε μεταιχμιακό κόσμο συνύπαρξης και επικοινωνίας ανάμεσα σε ζωντανούς και νεκρούς, ενώ στο πρόσφατο Λούνα Παρκ (2024) του Αλβανού σκηνοθέτη Φλόρεντς Πάπας η Θεσσαλονίκη λειτουργεί ως ένας μη-τόπος επώδυνης μετάβασης ανάμεσα σε δύο κόσμους, στο κατώφλι συνταρακτικών αλλαγών που σημάδεψαν μια χώρα αλλά και μια ολόκληρη εποχή. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις πάντως, μονάχα ένα πεπειραμένο ντόπιο μάτι είναι σε θέση να διακρίνει τοποθεσίες και γωνιές της πόλης που φιγουράρουν στις δύο ταινίες.
Στην ταινία Το συνδικάτο (The Enforcer, 2022) του πρωτοεμφανιζόμενου Ρίτσαρντ Χιουζ, είδαμε φοίνικες να φυτρώνουν εν μια νυκτί στα πεζοδρόμια της οδού Εθνικής Αμύνης, σε μια απόπειρα να μεταμορφωθεί η Θεσσαλονίκη σε Μαϊάμι για τις ανάγκες της πλοκής. Η συγκεκριμένη ταινία, μαζί με την έλευση του πρωταγωνιστή Αντόνιο Μπαντέρας στη Θεσσαλονίκη και τα γυρίσματα σε αρκετά σημεία του κέντρου της πόλης, σηματοδότησε την έναρξη (;) μιας νέας εποχής και την προσπάθεια ένταξης της Θεσσαλονίκης στον location χάρτη των –έστω και όχι ακριβώς πρωτοκλασάτων– χολιγουντιανών παραγωγών.
Η συνέχεια ήρθε με το Expend4bles (2023) του Σκοτ Βο, το τέταρτο επεισόδιο του εισπρακτικά επιτυχημένου franchise των Αναλώσιμων. Αυτή τη φορά, η Θεσσαλονίκη υποδέχτηκε τους Τζέισον Στέιθαμ, Άντι Γκαρσία και Μέγκαν Φοξ, ενώ τα γυρίσματα περιορίστηκαν στην περιοχή της Θέρμης, με τη Θεσσαλονίκη να μην υφίσταται στην πραγματικότητα ως σκηνικό στην ταινία.
Κάπως έτσι, φτάσαμε στο πιο πρόσφατο Αποστολή στην Ελλάδα (The Bricklayer, 2024), του Φινλανδού σκηνοθέτη Ρένι Χάρλιν και με τον Άαρον Έκχαρτ πρωταγωνιστή, το οποίο όντως άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στην κινηματογραφική ιστορία της πόλης: για πρώτη φορά η Θεσσαλονίκη φιλοξένησε τα γυρίσματα μιας διεθνούς παραγωγής και συγχρόνως βρέθηκε στο σεναριακό επίκεντρο της ταινίας.
Η ταινία, ρίχνοντας μια ακούσια περιπαικτική ματιά στο εγγύς μέλλον, απεικονίζει σκηνές που εκτυλίσσονται στο μετρό (με αναφορά σε στάσεις στην Πλατεία Αριστοτέλους και στο Συντριβάνι), παρέα με ανθρωποκυνηγητά και εκρήξεις στα Λαδάδικα και στην Πλατεία Εμπορίου, την ίδια στιγμή που ο Άκης Σακελλαρίου, ως Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, δίνει παθιασμένη αντι-αμερικανική ομιλία στην Πλατεία Αριστοτέλους στην αγγλική γλώσσα…
Ανεξάρτητα από τη VOD ποιότητα της συγκεκριμένης ταινίας, αλλά και μακριά από τον τουριστικό ψυχαναγκασμό για το πόσοι followers του εκάστοτε σταρ θα μάθουν για τη Θεσσαλονίκη από κάποιο ποστάρισμα στα social media, ας διατυπώσουμε τον δικό μας καημό. Μακάρι να φιλοξενήσει κι άλλες διεθνείς παραγωγές η Θεσσαλονίκη μήπως και διαμορφωθεί μια σταθερή επαγγελματική δίοδος για τους φοιτητές του Τμήματος Κινηματογράφου που εδρεύει στην πόλη μας.
Σκοπίμως και λελογισμένα κλείνουμε την περιήγησή μας με τον σπουδαίο Θεσσαλονικιό σκηνοθέτη Τάκη Κανελλόπουλο, τον ίσως πιο ιδιοσυγκρασιακό και sui generis δημιουργό στην ιστορία του ελληνικού σινεμά. Στο σινεμά του Κανελλόπουλου η Θεσσαλονίκη αποκτά τη χροιά ενός ψυχικού τοπόσημου μνήμης, λήθης, απώλειας και ονειροπόλησης, φευγαλέο καθρέφτισμα και εφήμερο χνάρι εκείνων των καθοριστικών στιγμών που επανέρχονται ξανά και ξανά στο μυαλό και στην καρδιά των ηρώων μόνο και μόνο για να σβήσουν με ακόμη περισσότερο πάταγο.
Η οργανική και δομική παρουσία της Θεσσαλονίκης στο έργο του Κανελλόπουλο αξίζει να αναλυθεί σε επίπεδο και έκταση διδακτορικής διατριβής και όχι ως ευσύνοπτη σφήνα σε άρθρο, παρόλα αυτά θα υποκύψουμε στον πειρασμό μίας μονάχα επιμέρους αναφοράς. Στην Παρένθεση (1966), που κλείνει εμφατικά το μάτι στη Σύντομη συνάντηση (1945) του Ντέιβιντ Λιν, ο Κανελλόπουλος δίνει –ίσως περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ταινία του– την μπαγκέτα στη Θεσσαλονίκη, η οποία –με αρωγό την αιθέρια μουσική του Γιάννη Μαμαγκάκη– σμιλεύει τον βιωμένο και τον επινοημένο χρόνο, χρίζεται ο προνομιακός τόπος γέννησης και θανάτου κάθε ατελέσφορης και αθεράπευτης αγάπης.
Ως υστερόγραφο, τρεις ακόμη guest εμφανίσεις της Θεσσαλονίκης που δεν έχουν ακριβώς τρυπώσει στο συλλογικό σινεφιλ θυμικό.
Η εναρκτήρια νυχτερινή σκηνή από την περιοχή της παραλίας και του Λευκού Πύργου, στην πρώτη –και εγκληματικά υποτιμημένη σε σύγκριση με τις άλλες δύο– ιστορία από τη σπονδυλωτή ταινία Όλα είναι δρόμος (1998) του Παντελή Βούλγαρη, με πρωταγωνιστή τον σπαρακτικό Δημήτρη Καταλειφό.
Η εναρκτήρια σκηνή του –αναγορευμένου εσχάτως σε θησαυρό λαϊκής κοινοκτημοσύνης– Ας περιμένουν οι γυναίκες (1998) του Σταύρου Τσιώλη, στα παραδοσιακά σιδεράδικα της πόλης.
Ο φέρελπις και ταλαντούχος Μπιλ Σερέτης (Στράτος Τζώρτζογλου) ξεκινά την καριέρα του από την ομάδα «Αστραπή» της Θεσσαλονίκης, σε μια εφιαλτική διαδρομή στον διεφθαρμένο κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, στην ταινία Η φανέλα με το 9 (1988) και πάλι σε σκηνοθεσία του Παντελή Βούλγαρη, βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του Μένη Κουμανταρέα.
Μία σειρά έντυπων και διαδικτυακών εκδόσεων, οπτικοακουστικών παραγωγών και δράσεων για την Ιστορία, τα Γράμματα, τις Τέχνες και τις Ιδέες στην πόλη, που προβάλλει πτυχές και πρόσωπα της ιστορικής και σύγχρονης Θεσσαλονίκης.
Μία πλατφόρμα διαλόγου, ιδεών και δράσεων για την ανάδειξη της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, την προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού, και την ποιότητα ζωής στην καθημερινότητα της πόλης.
Εγγραφείτε στο newsletter του Θεσσαλονικέων Πόλις δωρεάν για να λαμβάνετε στο inbox σας πρωτογενή ρεπορτάζ για την πόλη, άρθρα, συνεντεύξεις και επιλογές από την έντυπη και διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού.