Κάθε πρωί, προτού καλά καλά ξημερώσει, ο κύριος Στέλιος ανοίγει τις πόρτες του εργαστηρίου. Είναι ο πρώτος που φτάνει στο μαγαζί στις 6, ξεκινώντας τη μέρα του ψήνοντας έναν ελληνικό καφέ πάνω σ’ ένα παλιό γκαζάκι.
Το εργαστήριο έγχορδων μουσικών οργάνων «Νότα» στην οδό Ολυμπιάδος στον Εύοσμο λειτουργεί από το 1981. Είναι ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα εργαστήρια χειροποίητης οργανοποιίας. Εδώ αρματώνονται καβαλάρηδες, κόβονται δούκες, σκαλίζονται σκάφη και καπάκια, τοποθετούνται τάστα και τραβιούνται μανίκια. Λέξεις άγνωστες έξω από αυτόν τον μουσικό μικρόκοσμο, που αποκτούν όμως μορφή και υπόσταση στα χέρια των τριών συνεταίρων: του Σταύρου Παλάβρατζη, 85 ετών, του Στέλιου Στραβέλα, 69, και του γιού του Θανάση Στραβέλα, 42.
Όταν τον συναντήσαμε, ο κύριος Σταύρος, ο παλαιότερος της παρέας, που συστήνεται ως «καλλιτέχνης ψυχή και σώματι», καθόταν δίπλα στο σκονισμένο γραφείο, παίζοντας και σιγοτραγουδώντας το «Αγάπες μου περαστικές» του Μανώλη Αγγελόπουλου. Μια καθημερινή τελετουργία, που λειτουργεί ως ζέσταμα για τα φθαρμένα από τον χρόνο δάχτυλά του, προτού ξεκινήσει τη δουλειά.
Οι τοίχοι πίσω του είναι γεμάτοι ασπρόμαυρες φωτογραφίες από μια άλλη εποχή. Παρέες σε κουτούκια, παλιοί μουσικοί της νύχτας, νέοι με τρίχορδα στα χέρια. Είναι οι χρυσές εποχές του ρεμπέτικου και των αναδυόμενων μπουζουξίδικων, τότε που ο κύριος Σταύρος έβγαζε ένα επιπλέον χαρτζιλίκι από το τραγούδι. «Είχα και ατζέντη» λέει χαριτολογώντας.
Ο ίδιος έμαθε την τέχνη από τον αδερφό του, Ηλία, όταν σκάλιζαν μπουζούκια και έπαιζαν μουσικές σε μια παράγκα στον παλιό συνοικισμό της Ραμόνας, στα όρια της σημερινής Ξηροκρήνης. Εκεί γνώρισε και τον τότε 16χρονο Στέλιο.
«Είδα κάτι στα μάτια του, πες το υποσυνείδητο» μας λέει «και τον πήρα κοντά μου να μάθει την τέχνη». Δέκα χρόνια αργότερα άνοιξαν το δικό τους συνεταιριστικό εργαστήρι και σήμερα, σχεδόν 56 χρόνια μετά, παρότι συνταξιοδοτημένοι, δημιουργούν ακόμα με μεράκι μπουζούκια, ούτια, λαούτα, κιθάρες και μπαγλαμαδάκια.
Το κάθε όργανο που βγαίνει από τα χέρια τους είναι μοναδικό στο άκουσμα και τη μορφή του. «Το μπουζούκι δεν έχει βιομηχανίες. Οι παλιοί μπουζουξήδες τα φτιάχνουν ακόμα με το χέρι» λέει ο κύριος Στέλιος. Ο κύριος Σταύρος εξηγεί ότι «το ξύλο είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Κάνουμε υποθέσεις, δημιουργούμε καταστάσεις, περιπλέκουμε τα ξύλα μεταξύ τους, αρματώνουμε με χορδές και λουστράρουμε. Δεν μπορείς να νικήσεις ή να καθοδηγήσεις την τέχνη και τη φύση».
Γύρω στα 20 μπουζούκια τον μήνα καταφέρνουν να κατασκευάσουν οι τρεις τους. Άλλοτε λιγότερα και άλλοτε περισσότερα, ανάλογα με τη λεπτομέρεια και τις απαιτήσεις των πελατών. Κάποια στολίζονται με λεπτομέρειες από μαργαριτοφόρα όστρακα, άλλα ξεχωρίζουν από το ξύλο τους.
Ο κύριος Σταύρος θυμάται πως κάποτε έξυναν τα σκάφη με μεγάλες χειροποίητες ξύστρες, ενώ σήμερα χρησιμοποιούν γυαλοχαρτιέρες. Μία από τις ελάχιστες μοντέρνες παρεμβάσεις που διευκολύνουν την κατασκευή των οργάνων.
Πολλά από τα μπουζούκια τους είναι για εξαγωγή. «Στέλνουμε μπουζούκια Αμερική, Ρωσία, Γερμανία, Αυστραλία και τελευταία πολλά στο Ισραήλ» λέει ο κύριος Στέλιος. «Τα τελευταία χρόνια έχουμε και μια αύξηση από νεαρούς, γύρισε πάλι ο νέος κόσμος» συμπληρώνει ο Θανάσης.
Ο Θανάσης, γιος του Στέλιου, μεγάλωσε σε αυτό το εργαστήρι. Από παιδί μπαινόβγαινε ανάμεσα στη σκόνη που σηκώνουν τα πριονίδια φλαμουριάς και καρυδιάς και στα ημιτελή μπουζούκια που βλέπεις σε κάθε γωνιά, μέχρι που αποφάσισε να ασχοληθεί κι αυτός με την τέχνη. «Όλη η αξία είναι να παίρνεις την πλάκα του ξύλου και να το κάνεις να μιλάει, να του δίνεις ψυχή», λέει.
Εδώ μέσα, άλλωστε, δεν κατασκευάζονται μόνο έγχορδα όργανα, αλλά γεννιούνται δημιουργίες. Κάθε Παρασκευή πρωί, το εργαστήρι μετατρέπεται σε μουσικό στέκι που μαζεύει φίλους και γνωστούς. Μέσα στον χώρο, που μπορεί να μοιάζει σαν καλά σκηνοθετημένη αναπαράσταση εργαστηρίου των 70s, βρίσκονται τα πρόσωπα στα οποία άφησε ο χρόνος το στίγμα του, να παίξουν μερικές πενιές και να θυμηθούν τα παλιά.
Σε μία τέτοια στιγμή, έτυχε να περάσει και πριν λίγους μήνες ο διάσημος Ιάπωνας καλλιτέχνης manga, Eldo Yoshimizu. Επηρεασμένος από την ιαπωνική μετάφραση του βιβλίου «Ρεμπέτικο (Το κακό βοτάνι)» του Γάλλου συγγραφέα comic, David Prodhomme, θέλησε να πάρει και ο ίδιος ένα δικό του μπουζούκι.
Σε ένα μήνυμά του μου λέει πως τον προσέλκυσε ο ήχος του μοναδικού κουρδίσματος που έχει το μπουζούκι. «Δεν μπορώ να παίξω όπως οι μουσικοί του ρεμπέτικου, αλλά απολαμβάνω τις τυχαίες αρμονίες. Ο μυστηριώδης ήχος του μπουζουκιού με προσκαλεί σε έναν κόσμο όπου δημιουργούνται εικόνες με βάθος»
Μία σειρά έντυπων και διαδικτυακών εκδόσεων, οπτικοακουστικών παραγωγών και δράσεων για την Ιστορία, τα Γράμματα, τις Τέχνες και τις Ιδέες στην πόλη, που προβάλλει πτυχές και πρόσωπα της ιστορικής και σύγχρονης Θεσσαλονίκης.
Μία πλατφόρμα διαλόγου, ιδεών και δράσεων για την ανάδειξη της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, την προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού, και την ποιότητα ζωής στην καθημερινότητα της πόλης.
Εγγραφείτε στο newsletter του Θεσσαλονικέων Πόλις δωρεάν για να λαμβάνετε στο inbox σας πρωτογενή ρεπορτάζ για την πόλη, άρθρα, συνεντεύξεις και επιλογές από την έντυπη και διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού.