Η Θεσσαλονικιά ερευνήτρια Αλεξάνδρα Σιδερίδου ρίχνει φως στη ζωή και τον πόνο της απώλειας παιδιών και εφήβων της ρωμαϊκής Θεσσαλονίκης μεταξύ του 1ου και των αρχών του 4ου αιώνα μ.Χ. Ανακαλύπτει τα ίχνη τους ανάμεσα στα αρχαία μνημεία της πόλης, από το αίθριο των ανακτόρων και γύρω από την Αψίδα του Γαλερίου, μέχρι τη Ρωμαϊκή αγορά και τις περίφημες «Μαγεμένες».
Η φιλόλογος και ερευνήτρια στο Université Rennes 2 μελέτησε 124 επιγραφές που αφορούν παιδιά, 49 ταφές και ταφικά σύνολα, καθώς και 34 ανάγλυφα και ολόγλυφα αγάλματα, ανασυνθέτοντας τη ζωή των ελεύθερων και υπόδουλων παιδιών στη ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας.
Το έργο της, καρπός επτά ετών έρευνας, αποτελεί τη διδακτορική της διατριβή με τίτλο Το παιδί στην Κάτω Μακεδονία. Μαρτυρίες από γραπτές και εικονογραφικές πηγές (Βέροια, Θεσσαλονίκη και τα περίχωρά τους, 1ος-4ος αι. μ.Χ.). Τα επιτύμβια μνημεία των παιδιών στη ρωμαϊκή Θεσσαλονίκη αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τους μικρούς κατοίκους της πόλης από τον 1ο έως τις αρχές του 4ου αι. μ.Χ.
Η έρευνα επικεντρώνεται στις διαφορετικές εκφάνσεις της ζωής και του θανάτου παιδιών διαφορετικών ηλικιών, φύλου και καταγωγής, από τη γέννηση έως και τα 20 τους χρόνια.
Η Αλεξάνδρα Σιδερίδου παραθέτει δύο ιστορίες κοριτσιών, όπως τις ανακάλυψε χαραγμένες σε επιγραφές, τη μία μια μαρμάρινη σαρκοφάγο.
Σε μία από αυτές, αναφέρεται η Μεγέθιν, ένα νεαρό κορίτσι 15 ετών που πέθανε παρθένος, πριν διαβεί το νυφικό θάλαμο, όπως αναφέρεται στην επιγραφή, και ανήκε σε ανώτατη οικονομική τάξη. Η επιγραφή μαρτυρά τον πόνο της οικογένειάς της, θρηνεί το γεγονός ότι δεν πρόλαβε να παντρευτεί και ότι η μοίρα την άρπαξε και την οδήγησε στις πύλες του Άδη.
Σε άλλη επιγραφή που βρέθηκε στη Σκύδρα, διασώζεται η ιστορία της Νίκης, μιας νεαρής δούλης, μόλις δύο μηνών, πιθανώς γεννημένη από τη δούλα μητέρα της στον οίκο του ιδιοκτήτη της, προτού πουληθεί σε νέο ιδιοκτήτη σε τόσο μικρή ηλικία…
Διαβάστε ακόμα: Πώς ένας άλλος Θεσσαλονικιός ερευνητής, ο Θόδωρος Παπακώστας, κάνει προσιτή σε όλους τη μοναδική ιστορία και τους αρχαιολογικούς θησαυρούς του τόπου μας.
Έπειτα από μια δεκαετία στη Γαλλία, η Αλεξάνδρα Σιδερίδου επέστρεψε εν μέσω κορονοϊού στη γενέτειρά της, τη Θεσσαλονίκη, γεμάτη όρεξη να μεταδώσει την αγάπη της για την αρχαιολογία και την ιστορία, εργαζόμενη παράλληλα ως καθηγήτρια σε γυμνάσιο της πόλης.
Σε μια προσπάθεια να αναλύσει την κοινωνική διαστρωμάτωση της Θεσσαλονίκης αλλά και της Βέροιας (δούλοι, απελεύθεροι, Ρωμαίοι πολίτες), κατέγραψε πάνω από 400 ονόματα παιδιών και εφήβων. Διαπίστωσε ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά παιδικής θνησιμότητας, με πιο συχνές ηλικίες θανάτου τα 12 έως 15 έτη.
Μελέτησε επίσης επιτύμβιες επιγραφές που έδιναν παρηγοριά στους γονείς, οι οποίοι πίστευαν στη μεταθανάτια ζωή των παιδιών τους στον Άδη.
Όσο για τα παιδιά δούλους, αυτά δεν γνώριζαν ούτε παιδική ηλικία ούτε εφηβεία. Κανένας τέτοιος διαχωρισμός δεν γίνεται μέσα από τις επιγραφές που μελετήθηκαν, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χαρακτηρίζονται απλά ως «σώματα», ανεξάρτητα από την ηλικία ή το φύλο τους.
Η συνάντηση με την Αλεξάνδρα έγινε στη στάση Αγία Σοφία του μετρό Θεσσαλονίκης καθώς, κατά τη διάρκεια των εργασιών ολόκληρης της γραμμής, βρέθηκαν πάνω από 3.000 τάφοι που ακόμη δεν έχουν μελετηθεί.
«Σίγουρα ανάμεσά τους θα βρίσκονται και παιδιά, τα οποία έζησαν κατά τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες. Γνωρίζουμε ότι θάβονταν στους ίδιους χώρους με τους ενηλίκους. Αναμένουμε λοιπόν τι θα προκύψει από τα στοιχεία, στα οποία θα ήθελα πάρα πολύ να έχω πρόσβαση και να συμβάλω με τις γνώσεις μου», τονίζει η ερευνήτρια.
Τα παιδιά της περιόδου εκείνης χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες:
«Το παιδί στη Θεσσαλονίκη, το ελεύθερο και το απελεύθερο των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων, είχε μια καλή ζωή, γιατί η πόλη, ειδικά τον 3ο αιώνα, ήταν το διοικητικό, θρησκευτικό και πολιτιστικό κέντρο της ρωμαϊκής Μακεδονίας. Τα παιδιά-δούλοι, τα περισσότερα μακεδονικής καταγωγής, ζούσαν συνήθως με τη μητέρα ή και τα αδέρφια τους στο σπίτι του ιδιοκτήτη τους. Υποθέτουμε ότι συμμετείχαν στις δουλειές του σπιτιού, ενώ σε πολλές επιγραφές βλέπουμε ότι ήταν αφιερωμένα σε θεότητες. Οι ιδιοκτήτες τους, δηλαδή, έκαναν τάμα σε κάποια θεότητα, και σε αντάλλαγμα ο δούλος τους πιθανώς βοηθούσε στις δουλειές στο ιερό».
Τα ονόματα των παιδιών συνδέονται με την ιστορία της Μακεδονίας (Αντίγονος), προέρχονται από θεούς (Αφροδείσιος), συνδέονται με τη μυθολογία (Ηρακλέων), με τη νίκη και τον πόλεμο (Νικηφόρος), με τις εποχές (Καλόκαιρος), με ονόματα ζώων (Λέων).
Υπήρχαν όμως και τα λεγόμενα «κοπρώνυμα», που μπορεί να ακούγονταν αστεία σε όσους δεν κατάγονταν από τη Μακεδονία.
«Εχουμε την περίπτωση της Κοπρίας, μιας Μακεδόνισσας, στην επιτύμβια επιγραφή της οποίας αναγράφεται: “οι γονείς μου με ονόμασαν έτσι, και να μην με κατηγορήσει κανείς γι’ αυτό”. Συμπεραίνουμε ότι το όνομά της προκάλεσε κάποιου είδους παρενόχληση, εξ ου και η ανάγκη της διευκρίνισης στην επιγραφή» λέει η δρ. Σιδερίδου.
Τα επιτύμβιες επιγραφές παιδιών άνω των 10 ετών αποκαλύπτουν τον βαθύ πόνο της απώλειας και τη στενή σχέση ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας.
Η παρηγοριά για τους γονείς, χαραγμένη και αυτή στα επιτύμβια μνημεία, πηγάζει από την πίστη στη μεταθανάτια ζωή των παιδιών τους, συχνά υπό την προστασία κάποιου θεού.
«Η ιδιαιτερότητα στη ρωμαϊκή περίοδο είναι ότι η οικογένεια στο επιτάφιο μνημείο εικονίζεται ολόκληρη, γονείς και παιδιά, ζώντες και νεκροί, ακόμα κι αν δεν έχουν πεθάνει όλοι. Πρέπει όμως να μείνει στην αιωνιότητα αυτό που έλεγαν οι Ρωμαίοι gens, η γενιά».
Μία σειρά έντυπων και διαδικτυακών εκδόσεων, οπτικοακουστικών παραγωγών και δράσεων για την Ιστορία, τα Γράμματα, τις Τέχνες και τις Ιδέες στην πόλη, που προβάλλει πτυχές και πρόσωπα της ιστορικής και σύγχρονης Θεσσαλονίκης.
Μία πλατφόρμα διαλόγου, ιδεών και δράσεων για την ανάδειξη της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, την προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού, και την ποιότητα ζωής στην καθημερινότητα της πόλης.
Εγγραφείτε στο newsletter του Θεσσαλονικέων Πόλις δωρεάν για να λαμβάνετε στο inbox σας πρωτογενή ρεπορτάζ για την πόλη, άρθρα, συνεντεύξεις και επιλογές από την έντυπη και διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού.