Τοψίν: H έπαυλη όπου κρίθηκε η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης

Κοντά στον Αξιό ποταμό δεσπόζει το κτίριο όπου έγινε η διαπραγμάτευση παράδοσης της πόλης

Έπαυλη Τοψίν

Αρχές Οκτωβρίου 1912. Η Ελλάδα έχει εισέλθει επισήμως στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμo, κηρύσσοντας μαζί με τη Σερβία και τη Βουλγαρία τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο ελληνικός στρατός προελαύνει προς τη Θεσσαλονίκη. Είκοσι μέρες μετά, οι ελληνικές δυνάμεις φτάνουν στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης. Στον ορίζοντα φαινόταν ήδη ο βουλγαρικός στρατός, έτοιμος να διεκδικήσει κι εκείνος την πόλη. Οι ώρες είναι κρίσιμες.

Αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου, ο ελληνικός στρατός προελαύνει στη Μακεδονία, δίνοντας τις πρώτες μάχες στο Σαραντάπορο (9–10 Οκτωβρίου) και στα Γιαννιτσά (19–20 Οκτωβρίου), ανοίγοντας τον δρόμο προς τη Θεσσαλονίκη.

Μετά τη μάχη των Γιαννιτσών και τη διάβαση του Αξιού, το Γενικό Στρατηγείο μεταφέρεται στην έπαυλη στο σημείο Τοψίν, τη σημερινή Γέφυρα Θεσσαλονίκης. Η επιλογή του σημείου μόνο τυχαία δεν ήταν: σε μικρή απόσταση από τη Θεσσαλονίκη, βρισκόταν σε στρατηγική θέση και επέτρεπε τον έλεγχο του δρόμου προς την πόλη αλλά και την άμεση επαφή με τις μονάδες που προωθούνταν από τον Αξιό. Εδώ συγκεντρώθηκαν οι επιτελείς, ενώ οι δυνάμεις της Θεσσαλίας ετοιμάζονταν για την τελική προέλαση.

Η άλλοτε εξοχική κατοικία του Γιάκο Μοδιάνο γίνεται σημείο ιστορικής αναφοράς για την πόλη. Κατασκευάστηκε σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Πιέτρο Αριγκόνι (που είχε σχεδιάσει επίσης την Κάζα Μπιάνκα και τον Παλαιό Σιδηροδρομικό Σταθμό). Σήμερα είναι έδρα του Μουσείου Βαλκανικών Πολέμων.

Η πορεία των γεγονότων
Στα εκθέματα του Μουσείου στη βίλα «Τοψίν» περιλαμβάνεται και το ιστορικό πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Μακεδονία».

Ο Χασάν Ταχσίν Πασάς, διοικητής του οθωμανικού στρατού, αντιλαμβάνεται ότι η αντίσταση δεν έχει νόημα και στέλνει τον Σεφίκ Πασά να διαπραγματευτεί.

Αρχιστράτηγος του στρατού της Θεσσαλίας είναι ο διάδοχος του ελληνικού θρόνου Κωνσταντίνος.

Ο Κωνσταντίνος, μαζί με τον υπασπιστή του Ιωάννη Μεταξά, υποδέχεται το Σεφίκ Πασά στην έπαυλη «Τοψίν». Οι διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν ήταν λεπτές. Στον ορίζοντα φαινόταν ήδη ο βουλγαρικός στρατός, έτοιμος να διεκδικήσει κι εκείνος την πόλη. Ο χρόνος πίεζε και κάθε καθυστέρηση μπορούσε να αλλάξει την έκβαση.

Στο Μουσείο εκτίθενται αντικείμενα από τους Βαλκανικούς Πολέμους, στολές, όπλα, προσωπικά είδη αξιωματικών.

Οι διαπραγματεύσεις σκοντάφτουν στο ζήτημα του οπλισμού: οι Οθωμανοί ζητούν να κρατήσουν τα όπλα τους, ενώ ο Κωνσταντίνος αρνείται, και δίνει διορία αφοπλισμού την 6η πρωινή της 26ης Οκτωβρίου.

Το επόμενο πρωί, οι Οθωμανοί επιστρέφουν με νέα πρόταση – να κρατήσουν πέντε χιλιάδες όπλα. Ο Κωνσταντίνος την απορρίπτει εκ νέου, και διατάζει την προέλαση του στρατεύματος.

Καθώς ο ελληνικός στρατός περνά τον Αξιό ποταμό, έφιππος Οθωμανός αξιωματικός φτάνει φέροντας επιστολή του Χασάν Ταχσίν Πασά: η Θεσσαλονίκη παραδίδεται άνευ όρων. Το πρωτόκολλο παράδοσης υπογράφηκε στο Διοικητήριο (κυβερνητικό κονάκι) της Θεσσαλονίκης,

Η Σύμβαση Παραδόσεως της Θεσσαλονίκης, γραμμένη στη γαλλική γλώσσα. Πηγή: Γενικό Επιτελείο Στρατού.

Το πρωί της 26ης Οκτωβρίου 1912, ανημέρα του Αγίου Δημητρίου, η Θεσσαλονίκη περνά στα ελληνικά χέρια. Για την πόλη, που τότε αριθμούσε περίπου 150.000 κατοίκους, ξεκινούσε μια νέα εποχή.

Ο γιος του στρατηγού και η υπογραφή παράδοσης

Γιος του Χασάν Ταχσίν Πασά είναι ο Κενάν Μεσσαρέ.  Ο Κενάν ήταν αυτοδίδακτος ζωγράφος, το έργο του οποίου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σχετίζεται άμεσα με την απελευθέρωση της πόλης.

Ο Κενάν Μεσσαρέ. Πηγή: Φίλοι Μουσείου Βαλκανικών Πολέμων «Τοψίν».

Ο ζωγράφος ήταν παρών κατά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Παράδοσης της Θεσσαλονίκης στο Διοικητήριο. Οι διαπραγματεύσεις γίνονται στα ελληνικά. Το πρωτόκολλο γράφεται στη γαλλική γλώσσα, ενώ αντίστοιχα το αντίγραφο της ελληνικής πλευράς γράφεται από τον λοχαγό, τότε, και αργότερα δικτάτορα, Ιωάννη Μεταξά.

Ο Μεσσαρέ δε μένει εκεί. Με δεδομένη την απουσία φωτογράφου που θα απαθανάτιζε την ιστορική στιγμή, ζωγραφίζει τη σκηνή της υπογραφής. Έτσι σήμερα, η εικόνα που έχουμε για την παράδοση της Θεσσαλονίκης έχει απαθανατιστεί από έναν Οθωμανό, υιό μιας Ελληνίδας το γένος μουσουλμάνας και ενός Οθωμανού πασά από την Αλβανία.

Η υπογραφή του πρωτοκόλλου, ζωγραφισμένη από τον Κενάν Μεσσαρέ. Πηγή: Φίλοι Μουσείου Βαλκανικών Πολέμων «Τοψίν».

Ο Οθωμανός ζωγράφος αποτύπωσε επίσης την είσοδο του Κωνσταντίνου στην πόλη  για την πρώτη έπαρση της ελληνικής σημαίας, τους πανηγυρισμούς του λαού, και την άφιξη του βασιλιά Γεωργίου Α΄ στις 29 Οκτωβρίου. Ο Μεσσαρέ αργότερα εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζωγράφισε πορτρέτα και σκηνές εμπνευσμένες από τη Μακεδονία και την οικογένειά του. Έργα του εκτίθενται σήμερα στο Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων και σε ιδιωτικές συλλογές. Η ζωγραφική του θεωρείται μαρτυρία συμφιλίωσης, καθώς αποτυπώνει με σεβασμό τους πρωταγωνιστές και των δύο πλευρών.

Η Έπαυλη

Μέσα σε περισσότερο από έναν αιώνα ζωής, το αρχοντικό αλλάζει πολλές φορές χέρια. Μετά το 1911 περνά σε οθωμανική ιδιοκτησία και στη συνέχεια στην οικογένεια Παπαγεωργίου.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου επιτάσσεται από τους Γερμανούς, που το χρησιμοποιούν πρώτα ως στρατηγείο και έπειτα ως νοσοκομείο.

Μετά την Κατοχή επιστρέφει σε Έλληνες ιδιώτες, στις οικογένειες Βοϊβόδα, Σαρόγλου και Παπαγεωργίου. Το σπίτι κατοικούνταν ως το 1983 και παραμένει μέχρι σήμερα γνωστό στους κατοίκους της περιοχής ως κτήμα Παπαγεωργίου ή απλώς το Κονάκι.

Ο Ελληνικός Στρατός, αγόρασε το οίκημα το 1999 και το μετέτρεψε στο Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων. Σήμερα, στον χώρο της έπαυλης έχει στηθεί μια αυθεντική αναπαράσταση του χώρου. Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος εικονίζεται καθισμένος, με τον υπασπιστή του δίπλα, ενώ απέναντί του ο Σεφίκ Πασάς στέκεται όρθιος παραδίδοντας το πρωτόκολλο με τους όρους της παράδοσης.

Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1999 και λειτουργεί υπό την εποπτεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Εκεί εκτίθενται αντικείμενα από τους Βαλκανικούς Πολέμους, στολές, όπλα, προσωπικά είδη αξιωματικών, καθώς και τα έργα του Κενάν Μεσσαρέ. Η επίσκεψη ολοκληρώνεται στον προαύλιο χώρο του μουσείου, όπου υπάρχουν ταφικά μνημεία (οστά μεταφέρθηκαν το 2002) του Χασάν Ταχσίν Πασά και του Κενάν Μεσσαρέ.

Πίσω από τον Κωνσταντίνο, συναντάμε τα πορτρέτα του βασιλιά Γεωργίου Α΄ και της βασίλισσας Όλγας. Στους άλλους τοίχους του δωματίου παρουσιάζονται πορτρέτα του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Γεωργίου Α΄.

Τον χώρο επισκέπτονται κυρίως σχολεία, Έλληνες και ξένοι επισκέπτες, πολλοί εκ των οποίων Τούρκοι, οι οποίοι, όπως μας πληροφορούν στο μουσείο, έχουν καταχωρήσει στην ιστορική τους συνείδηση τον Ταχσίν Πασά, μετά την παράδοση, ως προδότη του έθνους.

 


 

Info: Το Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων βρίσκεται στη Γέφυρα Θεσσαλονίκης, περίπου 20 χλμ. δυτικά του κέντρου. Είναι ανοιχτό καθημερινά, εκτός Δευτέρας, και διαθέτει ελεύθερη είσοδο. Πληροφορίες: mmbw.army.gr ή τηλ. 2310 681379.

Διαβάστε επίσης

Χασάν Ταχσίν, τελευταίος πασάς της Θεσσαλονίκης, 1912
«Από τους Έλληνες πήραμε τη Θεσσαλονίκη, στους Έλληνες θα την παραδώσουμε»
ΧΑΝΘ, κτίριο ΧΑΝΘ, ιστορία και μυστικά ΧΑΝΘ Θεσσαλονίκης
Ξενάγηση στο εμβληματικό κτίριο της Θεσσαλονίκης από το 1933 μέχρι την κατάληψή του από τις κατοχικές δυνάμεις
Έκθεσης, Έκθεση, ΔΕΘ, Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης
Η ΔΕΘ της Ιστορίας και του λογοτεχνικού βλέμματος
Θεσσαλονίκη
Εκσυγχρονισμός, ντύσιμο αλά φράνκα, επαύλεις, τραμ και επαναστάτες στα τέλη του 19ου αιώνα