Ο μεγάλος μου γιος ήταν ακόμα νεογέννητος όταν μετακομίσαμε στην περιοχή της Νέας Κρήνης από την Ανθέων, σε αναζήτηση περισσότερης ησυχίας, λιγότερου καυσαερίου και –το ιερό δισκοπότηρο κάθε Θεσσαλονικιού οδηγού– μιας θέσης στάθμευσης. Το μεγάλο ατού της νέας γειτονιάς το ανακαλύψαμε, όμως, αργότερα, λίγα μέτρα από το διαμέρισμά μας: ήταν το Άλσος Νέας Κρήνης (οι παλιές Καπναποθήκες). Ο γιος μου ετοιμάζεται να δώσει πανελλήνιες, πια, και σε αυτά τα 18 χρόνια, το μικρό άλσος των 27 στρεμμάτων στάθηκε για εμάς μια όαση ηρεμίας, ένας χώρος για βόλτα με τον σκύλο, για μπάλα στα γηπεδάκια του, για κουβέντα με τους γείτονες στα παγκάκια κάτω από τον ίσκιο των δέντρων.
Κι όμως, αυτός ο αγαπημένος χώρος είναι επίσης η επιτομή όλων των κακοδαιμονιών του κράτους μας και της νοοτροπίας των πολιτών του. Εδώ και δεκαετίες τελεί υπό συγκεχυμένο καθεστώς ιδιοκτησίας και αρμοδιοτήτων, όπως τόσοι και τόσοι δημόσιοι χώροι. Ένα κομμάτι του, περίπου δέκα στρέμματα, το διεκδικούσε η Μονή Βατοπεδίου, περιήλθε όμως τελικά στο ελληνικό Δημόσιο. Ένα δεύτερο κομμάτι του προορίζεται για την επέκταση της οδού Πόντου, οπότε η άσφαλτος νομοτελειακά θα επικρατήσει στην άνιση μάχη με τα δέντρα. Ένα τρίτο κομμάτι του γειτνιάζει με τον εκκολαπτόμενο σταθμό του μετρό, και σαν πρόβα τζενεράλε για τα θυρανοίξια, έχει ήδη μετατραπεί σε αυθαίρετο υπαίθριο πάρκινγκ από οδηγούς που αν μπορούσαν θα πάρκαραν τα ΙΧ τους πάνω στα δέντρα. Ένα τέταρτο κομμάτι προορίζεται εδώ και χρόνια για ανέγερση νέου σχολικού κτιρίου.
Όσο για το υπόλοιπο, που δικαιολογεί ακόμα τον τίτλο του άλσους, αποτελεί καθημερινό πεδίο βεβήλωσης από μεγαλύτερους που τον μετατρέπουν σε σκουπιδότοπο, νεότερους που φιλοτεχνούν τους τοίχους του με ακαλαίσθητα γκραφίτι, ιδιοκτήτες σκύλων που δεν καταδέχονται να μαζέψουν τα περιττώματα των τετράποδων συνοδών τους. Ο κάκιστος φωτισμός, που αποτρέπει τις επισκέψεις τα βράδια, και τα εγκαταλελειμμένα κι επικίνδυνα γήπεδα, που μετατρέπονται σε λασπώδεις βούρκους κάθε φορά που βρέχει, συμπληρώνουν μια εικόνα αδιαφορίας και εγκατάλειψης.
Τα κατ’ ευφημισμόν γήπεδα ποδοσφαίρου και μπάσκετ μετατρέπονται σε λασπώδεις βούρκους κάθε φορά που βρέχει.
Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται εκείνοι που νοιάζονται, που δεν το βάζουν κάτω. Που μαζεύουν τα σκουπίδια, που αλλάζουν τις λάμπες, που ποτίζουν τα δέντρα, που βάφουν τα παγκάκια, που ασπρίζουν τους τοίχους, που διεκδικούν τον χώρο για τους πολίτες. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα από αυτό το άλσος γεννήθηκαν οι Cleanigans, για τη δράση των οποίων έχουμε γράψει εδώ. Ίσως η πιο δυνατή φωνή κατά του εκφυλισμού του άλσους είναι ο Μορφωτικός Πολιτιστικός Σύλλογος Μπουμπουλίνα Νέας Κρηνης Καλαμαριας. Τον Απρίλιο, μέλη του συλλόγου, μαζί με άλλους φορείς και σωματεία, φύτεψαν πάνω από 30 δενδρύλλια –φλαμουριές, αγριομουριές, ελιές, αχλαδιές, μηλιές, κυδωνιές–, άσπρισαν τοίχους, έβαψαν δέντρα με ασβέστη, καθάρισαν τον χώρο.
Ο Στέφανος Καργάκης, 59 χρόνων, με ρίζες από τη Μικρά Ασία, είναι η ψυχή αυτής της προσπάθειας. «Χρειαζόμαστε πράσινο. Είναι υπέροχος χώρος. Κάποτε είχε παιδικές χαρές, τις ξήλωσαν γιατί δεν είχαν άδειες. Αν περάσει στον δήμο, μπορούμε να τις ξαναφτιάξουμε, να δώσουμε διέξοδο στα παιδιά. Λέμε ότι είναι κολλημένα στα κινητά, αλλά πρέπει να τους δώσουμε κάτι καλύτερο» μου λέει.
Το Άλσος ανήκει σήμερα στο υπουργείο Ανάπτυξης, αλλά ο Στέφανος ονειρεύεται ότι θα περάσει στον Δήμο Καλαμαριάς, ώστε να μετατραπεί σε κοινόχρηστο χώρο πρασίνου και πολιτισμού. Η νέα δημοτική αρχή έχει δώσει κάποιες υποσχέσεις, μα το δαιδαλώδες καθεστώς του Άλσους και οι διάφορες πιέσεις για οικιστικές, επαγγελματικές και άλλες χρήσεις είναι μεγάλες.
Κοιτάζω τον γιο μου, που μεγάλωσε εδώ, και σκέφτομαι το μέλλον. Θέλω αυτό το άλσος να μείνει ζωντανό για εκείνον και τα παιδιά που θα έρθουν. Ένας ελεύθερος χώρος, με δέντρα, παιδικές χαρές, ζωή. Είναι δικός μας αγώνας, και δεν θα τον αφήσουμε να χαθεί.
Διαβάστε επίσης
- Λένα Καλαϊτζή-Οφλίδη