Στη Θεσσαλονίκη, ο πολιτισμός είναι καθημερινή εμπειρία

Αν θέλουμε να μιλήσουμε για τη σχέση του τουρισμού με τον πολιτισμό της Θεσσαλονίκης, πρέπει πρώτα να μιλήσουμε για την ταυτότητά της. Η Θεσσαλονίκη δεν είναι μία πόλη με ενιαία, μονοδιάστατη ταυτότητα. Δεν είναι μια πόλη που μπορείς να τη διαβάσεις με μία μόνο ματιά. Είναι μια πόλη με στρώσεις ιστορίας, μια πόλη που ανήκει εξίσου στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Είναι βυζαντινή και οθωμανική, εβραϊκή και χριστιανική, βαλκανική και ευρωπαϊκή.

Οι αρχαιολόγοι είναι οι πρώτοι που γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους μας και βρίσκουν στις έρευνές τους αυτές τις στρώσεις. Στη Θεσσαλονίκη περπάτησαν έμποροι και ποιητές, κινηματογραφιστές και επαναστάτες. Και όλοι αυτοί εμπεριέχονται στον κορμό της. Και αυτό ακριβώς πρέπει να είναι το μεγάλο της πλεονέκτημα: η πολυφωνία της, η πολυπολιτισμικότητά της, η διαρκής της αναγέννηση μέσα από τις αντιθέσεις της.

Αν θέλουμε, λοιπόν, να μιλήσουμε για την ταυτότητά της, πρέπει να την αγκαλιάσουμε ως αυτό που είναι: μια σύνθετη, ανοιχτή, τολμηρή πόλη. Μια πόλη με φως αλλά και με σκοτάδι. Ναι, εδώ δολοφονήθηκε ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄, ο δημοσιογράφος Τζορτζ Πολκ και ο βουλευτής Γρηγόρης Λαμπράκης. Και, βέβαια, από εδώ έφυγαν οι 50.000 Εβραίοι συμπολίτες μας το 1943 για να εξοντωθούν σχεδόν όλοι στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως.

Δεν το φοβόμαστε αυτό το σκοτάδι, δεν το κρύβουμε, διδασκόμαστε από αυτό, το διαχειριζόμαστε σωστά και κοιτάμε προς το φως. Διότι εδώ δίδαξε στο πανεπιστήμιο ο Δημήτρης Μαρωνίτης και ο Μανόλης Ανδρόνικος, εδώ έζησαν και έγραψαν τα ποιήματά τους ο Ντίνος Χριστιανόπουλος ο Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου, ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, εδώ γύρισε όλες τις ταινίες του ο Τάκης Κανελλόπουλος και τις πιο εμβληματικές σκηνές των δικών του ταινιών ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Εδώ ήρθαν χιλιάδες κατατρεγμένοι από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία, ενσωματώθηκαν στον κορμό της και πλούτισαν την πόλη.

Έτσι, η δύναμη της Θεσσαλονίκης είναι η δύναμη μιας πόλης που έχει ζήσει τα πάντα. Δεν υπάρχει άλλη πόλη στην Ελλάδα που να έχει ζήσει κυριολεκτικά τα πάντα.

Η Θεσσαλονίκη ήταν από την ίδρυσή της ένα σταυροδρόμι. Αυτό δεν είναι ένα κλισέ, αλλά μια πραγματικότητα που πρέπει να την αποδεχτούμε όχι ως βάρος, αλλά ως προνόμιο. Για αιώνες, η πόλη ήταν ένα ψηφιδωτό λαών, γλωσσών, θρησκειών, τεχνών. Οι δρόμοι της αντηχούν ακόμα από ελληνικά, τούρκικα, σεφαραδίτικα, σλαβικά. Η αρχιτεκτονική της και τα μνημεία της αφηγούνται ιστορίες αυτοκρατοριών, μεγάλων πυρκαγιών, πολέμων, μετακινήσεων πληθυσμών.

Και μέσα σε όλα αυτά, η Θεσσαλονίκη δεν ήταν ποτέ μια κλειστή πόλη. Ήταν πάντα ένα ανοιχτό λιμάνι, μια πόλη που ξέρει να δέχεται, να αλλάζει, να δημιουργεί. Αυτό είναι το μεγαλύτερό της κεφάλαιο. Γιατί σήμερα, σε έναν κόσμο που αναζητά την αυθεντικότητα, η Θεσσαλονίκη μπορεί να προσφέρει κάτι σπάνιο: μια αίσθηση ιστορίας που είναι ζωντανή, όχι μουσειακή.

Αντί να βλέπουμε την πολυπολιτισμικότητά μας ως κάτι που μας κάνει ασαφείς, πρέπει να τη δούμε ως κάτι που μας κάνει μοναδικούς. Είμαστε μια πόλη που έχει χώρο για πολλές αφηγήσεις. Και αυτό πρέπει να το επικοινωνήσουμε με αυτοπεποίθηση.

Για πολύ καιρό, ωστόσο, η Θεσσαλονίκη έζησε με ένα αίσθημα αδικίας. Ένα αίσθημα ότι πάντα κάποιος άλλος αποφασίζει για αυτήν, ότι πάντα κάτι την εμποδίζει να γίνει αυτό που θα μπορούσε.

Τώρα ήρθε η ώρα να φτιάξουμε εμείς το μέλλον μας με αυτοπεποίθηση. Να φτιάξουμε εμείς μια νέα αφήγηση. Αυτό σημαίνει:

Να μιλήσουμε στον κόσμο για τη Θεσσαλονίκη με τρόπο σύγχρονο, όχι νοσταλγικό.

Να σταματήσουμε να συγκρινόμαστε με άλλους και να βρούμε τη δική μας φωνή.

Να επενδύσουμε στην πολυπολιτισμικότητά μας, όχι ως τουριστικό αφήγημα, αλλά ως καθημερινή εμπειρία.

Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου είναι μια ζωντανή απόδειξη της Θεσσαλονίκης που θέλουμε, διότι δεν είναι απλώς μια διοργάνωση, αλλά ένας χώρος συνάντησης, ένα σταυροδρόμι πολιτισμού, ένα διεθνές πολιτιστικό κέντρο. Όταν έρχονται εδώ δημιουργοί από όλο τον κόσμο, δεν βλέπουν μια «επαρχιακή» πόλη. Βλέπουν μια πόλη με ατμόσφαιρα, με χαρακτήρα, με ιστορίες να πει. Βλέπουν ένα μέρος όπου το παρελθόν και το παρόν μιλούν διαρκώς μεταξύ τους.Και αν αυτό μπορεί να συμβεί με το σινεμά, μπορεί να συμβεί και με τη μουσική, με τη λογοτεχνία, με τις τέχνες, με την ίδια την εμπειρία της πόλης.

Με αυτή τη λογική, ο τουρισμός δεν πρέπει να είναι μόνο αριθμοί. Δεν είναι μόνο πληρότητες ξενοδοχείων και κρατήσεις εισιτηρίων. Είναι εμπειρίες, είναι οι άνθρωποι που θα έρθουν, θα αγαπήσουν, θα μιλήσουν για την πόλη και θα επιστρέψουν. Και εδώ ακριβώς έρχεται ο πολιτισμός. Γιατί κάποιος να επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη αντί για οποιαδήποτε άλλη πόλη; Επειδή εδώ υπάρχει κάτι το αυθεντικό. Επειδή εδώ ο πολιτισμός δεν είναι μουσειακό είδος, αλλά καθημερινή εμπειρία.

Αν θέλουμε, λοιπόν, η Θεσσαλονίκη να καθιερωθεί ως ένας κορυφαίος τουριστικός-πολιτιστικός προορισμός, χρειαζόμαστε στρατηγική. Πρέπει να ενισχύσουμε την πολιτιστική προβολή της πόλης με μια αφήγηση που να κάνει τη Θεσσαλονίκη να ξεχωρίζει.

Και πρέπει να ενισχύσουμε τις συνεργασίες, καθώς ο πολιτισμός δεν είναι υπόθεση ενός μόνο φορέα. Περιφέρεια, Δήμος, ιδιωτικός τομέας και καλλιτεχνικές κοινότητες μπορούν να δημιουργήσουν ένα ισχυρό πολιτιστικό οικοσύστημα.

Η Θεσσαλονίκη δεν είναι μια πόλη που πρέπει να «γίνει κάτι». Είναι ήδη κάτι. Δεν είναι μια πόλη που της συμβαίνουν πράγματα. Είναι μια πόλη που τα δημιουργεί. Δεν είναι μια πόλη που περιμένει αναγνώριση. Είναι μια πόλη που την επιβάλλει. Είναι μια πόλη που μιλάει δυνατά για τον εαυτό της. Είναι μια μητρόπολη με ταυτότητα, με ιστορία, με φωνή. Το στοίχημα είναι να πούμε αυτή την ιστορία σωστά. Όχι σαν μια αφήγηση νοσταλγίας, αλλά σαν μια δήλωση αυτοπεποίθησης. Και ο πολιτισμός είναι ο δρόμος για να το πετύχουμε.

Κλείνω παραφράζοντας μια από τις πιο διάσημες κινηματογραφικές ατάκες του Τζιν Χάκμαν από την ταινία «Οι αντικαταστάτες» του 2000: «Όταν σε κοιτάζω βλέπω δύο πόλεις: την πόλη που είσαι και την πόλη που θα έπρεπε να είσαι. Κάποια μέρα αυτές οι δύο θα συναντηθούν».

Και η συνάντηση θα γίνει στο δρόμο του πολιτισμού. Θα κάνουμε τα πάντα για να συμβάλλουμε σε αυτή τη συνάντηση.

Picture of Ορέστης Ανδρεαδάκης

Ορέστης Ανδρεαδάκης

Ο Ορέστης Ανδρεαδάκης είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το άρθρο βασίζεται στην εισήγησή του στο συνέδριο Greece Talks 2025.

Διαβάστε επίσης

Πώς μπορεί η αναδόμηση της εμπιστοσύνης στη Δημοκρατία να ξεκινήσει τοπικά – η περίπτωση της Θεσσαλονίκης
Το ταξίδι και οι συναρπαστικές εκπλήξεις του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ