Η Θεσσαλονίκη, βουτηγμένη σε στρώματα Ιστορίας και με πολλές περγαμηνές ανθεκτικότητας, είναι μια πόλη που ταιριάζει στην Ελίζ Ζαλαντό. Πάνε οκτώ χρόνια από τότε που η Γαλλίδα διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου ζει στην πόλη και, όπως λέει, νιώθει πλέον εδώ σαν στο σπίτι της.
Απολαμβάνει τις βόλτες με ποδήλατο στην παραλία, να περπατάει στους δρόμους του κέντρου, να εξερευνά τα στενά της Άνω Πόλης και τα βυζαντινά τείχη. Παραμένει γοητευμένη από την πόλη, την πολύπλευρη ταυτότητά της.
«Η Θεσσαλονίκη έχει επιβιώσει από αμέτρητα δράματα, χρειάστηκε να επινοήσει τον εαυτό της ανά τους αιώνες ξανά και ξανά, προσαρμόζεται διαρκώς και αντέχει. Αυτές οι προκλήσεις την έχουν κάνει μια μοναδική μελέτη περίπτωσης για την έννοια της επιβίωσης».
Ντυμένη κομψά, αλλά όχι επιτηδευμένα, με εκείνον τον je ne sais quoi γαλλικό αέρα του «αρνούμαι να προσπαθήσω πολύ», με σβέλτο βηματισμό πάνω στα πέδιλά της με το ψηλό, στιβαρό τακούνι, η διευθύντρια του Φεστιβάλ μάς αφιέρωσε μια χορταστική φέτα από τον πολύτιμο χρόνο της, για να συνομιλήσουμε και να φωτογραφηθεί με προθυμία και επαγγελματισμό στα ολοκαίνουργια κόκκινα βελούδα του Ολύμπιον, στη γεμάτη φωνές και μυρωδιές ψαραγορά στο Καπάνι, στην ηλιόλουστη άπλα του Λιμανιού.
Γεννημένη το 1969 στη Νάντη, περιγράφει τα παιδικά της χρόνια ως «πολύ ευτυχισμένα», γεμάτα τζαζ και ταινίες. «Έχω έναν αδερφό πέντε χρόνια νεότερο. Με τον πατέρα μας πηγαίναμε σχεδόν καθημερινά σινεμά, βλέπαμε μιούζικαλ και τραγουδούσαμε στον δρόμο σαν τον Τζιν Κέλι» θυμάται.
Η τοπική Ταινιοθήκη, στην οποία έκανε τον προγραμματισμό των προβολών ο πατέρας της, Φιλίπ, και στη συνέχεια το Φεστιβάλ Τριών Ηπείρων, που ίδρυσαν και διηύθυναν οι γονείς της και ο θείος της, Αλέν, πυροδότησαν το ενδιαφέρον της για τον παγκόσμιο κινηματογράφο.
«Εκείνη την εποχή ελάχιστοι είχαν πρόσβαση σε ταινίες από την Ασία, την Αφρική, τη Νότια Αμερική. Τώρα τις βλέπετε στις Κάννες ή στο Βερολίνο, αλλά τότε δεν είχαν καμία παρουσία στην Ευρώπη. Οι γονείς μου ήταν παθιασμένοι και με την τζαζ, κι έτσι είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε μουσικούς όπως ο Abe Lincoln και ο Archie Shepp. Ήταν μία σπάνια ευκαιρία για μένα, νεαρό κορίτσι σε μια επαρχιακή πόλη, να συναντώ τέτοιους ανθρώπους».
Και μετά ήρθε το Παρίσι. «Όταν είσαι παιδί στην επαρχία, το όνειρό σου είναι να πας στο Παρίσι. Κι εγώ κι οι φίλοι μου το ίδιο ονειρευόμασταν» θυμάται. Δεν ήθελε να ακολουθήσει μια τυπική πανεπιστημιακή πορεία –«ως έφηβη έβρισκα πολύ περιοριστικές τις πανεπιστημιακές σπουδές» λέει– κι έτσι επέλεξε την υψηλού πρεστίζ σχολή με τα 150 χρόνια ιστορίας, Sciences Po Paris, που πρόσφερε μία ευρεία γκάμα ακαδημαϊκών κατευθύνσεων.
«Εκεί μπορούσες να σπουδάσεις μαζί πολιτικές επιστήμες, νομικά, οικονομικά και κοινωνιολογία, μπορούσες να ασχοληθείς με την πολιτική, να γίνεις ο [Εμανουέλ] Μακρόν (σ.σ. ο Γάλλος πρόεδρος είναι επίσης απόφοιτος του ίδιου ιδρύματος, όπως επίσης ο Κριστιάν Ντιόρ παλαιότερα) ή κάθε τι άλλο».
Μετά τις σπουδές της στις πολιτικές επιστήμες και τα οικονομικά και το μεταπτυχιακό στο δίκαιο στα οπτικοακουστικά έκανε την πρακτική της και άρχισε να συνεργάζεται σε ένα πρόγραμμα για τη διάδοση του κινηματογράφου στα σχολεία της Γαλλίας.
«Ο κινηματογράφος είναι μέρος του πολιτισμού» λέει με θέρμη. «Πρέπει να μπορείς να κατανοείς τις εικόνες και τις αφηγήσεις, κάτι που κάνουν και η λογοτεχνία και η μουσική». Η πεποίθησή της ότι η κινηματογραφική παιδεία είναι κρίσιμο στοιχείο της εκπαίδευσης παραμένει ως σήμερα κατευθυντήρια αρχή στο έργο της.
Η διαδρομή της πήρε διαφορετική τροπή, όταν μετακόμισε στην Ιαπωνία, για να προωθήσει εκεί τον γαλλικό κινηματογράφο. «Όταν πηγαίνεις σε μια τόσο μακρινή, τόσο διαφορετική χώρα στα 19 ή στα 20 χρόνια σου, αυτό γίνεται μέρος του DNA σου» παρατηρεί.
Γυρίζοντας στη Γαλλία, δούλεψε ως παραγωγός σε ταινίες μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, ίδρυσε τη δική της εταιρία παραγωγής, Charivari Films, έκανε ένα μικρό διάλειμμα όταν απέκτησε τον γιο της, και επέστρεψε στον επαγγελματικό στίβο αναζητώντας μια νέα πρόκληση.
Η πρόκληση αυτή παρουσιάστηκε στην Αθήνα, όπου ανέλαβε ακόλουθος οπτικοακουστικών μέσων της Γαλλικής Πρεσβείας και διευθύντρια του Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου. «Δεν επέλεξα εγώ την Αθήνα, αυτή με επέλεξε» λέει γελώντας.
Όμως η Θεσσαλονίκη ήταν σίγουρα δική της επιλογή, όταν το 2016 ανέλαβε το τιμόνι του Φεστιβάλ Κινηματογράφου.
«Ήξερα ότι ήταν ένας από τους πιο ενδιαφέροντες οργανισμούς στην Ευρώπη» σημειώνει. «Το Φεστιβάλ είχε αντιμετωπίσει δύσκολες στιγμές τα χρόνια της κρίσης, και ένιωσα την ευθύνη να βοηθήσω κι εγώ στην ανάκαμψη τού μετά την κρίση».
Πράγματι, υπό την ηγεσία της Ελίζ Ζαλαντό, το Φεστιβάλ όχι μόνο επιβίωσε αλλά άνθισε, εξελισσόμενο σε σημαντικό κόμβο για τον ελληνικό και τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο. «Μία από τις μακροβιότερες διοργανώσεις στην Ευρώπη, μία μοναδική εμπειρία και ένας βασικός συντελεστής για την κινηματογραφική βιομηχανία», όπως έγραψε το έγκριτο κινηματογραφικό περιοδικό Variety.
Δίνει έμφαση στη σημασία της δομής και της οργάνωσης, τη σχολαστική διαχειριστική δουλειά που συχνά περνά απαρατήρητη, και στη συνεργασία. «Η πόρτα μου είναι πάντα ανοιχτή», τονίζει. «Εμπιστεύομαι την ομάδα μου και αναθέτω αρμοδιότητες – εργαζόμαστε όλοι από κοινού για να διασφαλίσουμε την επιτυχία του Φεστιβάλ».
Ζητήσαμε από την κυρία Ζαλαντό να μας αφηγηθεί κάποιες στιγμές που δεν θα ξεχάσει. Στάθηκε σε δύο: στα νέα καθίσματα στις δύο αίθουσες της ιστορικής έδρας του Φεστιβάλ τον περασμένο Σεπτέμβριο, και στην παρουσία της Μόνικα Μπελούτσι το 2023.
«Το γεγονός πως όλοι οι θεατές του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου απόλαυσαν ταινίες σε νέα καθίσματα, προσωπικά με συγκινεί βαθιά. Ήταν αποτέλεσμα μιας ομαδικής προσπάθειας που διήρκησε χρόνια και είμαστε σίγουροι ότι αυτά τα καθίσματα θα γράψουν τη δική τους ιστορία, μια ιστορία που μετά από χρόνια θα αξίζει να ειπωθεί», αναφέρει η διευθύντρια του Φεστιβάλ, η οποία προσθέτει ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευθύνη από τη διαχείριση ενός τόσο εμβληματικού κτιρίου όσο του Ολύμπιον.
«Τα κτίρια αυτά αναπνέουν ιστορία και μας προκαλούν πάντοτε δέος. Το Ολύμπιον είναι ένα τέτοιο κτίριο, γεμάτο δαιδαλώδεις διαδρόμους, απίστευτες ιστορίες να αφηγηθεί, κρυμμένα μυστικά, συνυφασμένο με την εξέλιξη του πολιτισμού της χώρας. Η φροντίδα ενός τέτοιου κτιρίου αλλά και μεγάλα έργα όπως για παράδειγμα η αλλαγή καθισμάτων στις αίθουσές τους, είναι δύσκολη και πολύπλοκη διαδικασία.»
Όσο για την έλευση της Μόνικα Μπελούτσι, η διευθύντρια του Φεστιβάλ αφηγείται μια άγνωστη ιστορία και πλέκει το εγκώμιο της Ιταλίδας σταρ, που είχε φωτίσει τον ορίζοντα της Θεσσαλονίκης τον Νοέμβριο του 2023. Η Μπελούτσι επρόκειτο να ταξιδέψει από το Παρίσι για τη Θεσσαλονίκη, συνοδευόμενη από τον ατζέντη της, όμως βρέθηκαν σε λάθος τέρμιναλ την τελευταία στιγμή πριν από το check in.
Σε μια σκηνή που έμοιαζε βγαλμένη από κωμωδία, η Μόνικα έτρεχε κόντρα στον χρόνο πάνω στα κομψά στιλέτο τακούνια της για να προλάβει την πτήση, ενώ ο ατζέντης της πάλευε με τις βαριές αποσκευές. «Μπήκε στο αεροπλάνο;» ήταν η ερώτηση που κυκλοφορούσε από στόμα σε στόμα στα μέλη της ομάδας του Φεστιβάλ.
Εντέλει η Μόνικα πρόλαβε την πτήση.
«Η ταπεινότητά της μας έκανε τρομερή εντύπωση, δεν ζήτησε καμία ειδική μεταχείριση, κάτι τόσο διαφορετικό από τις συνήθεις απαιτήσεις των διασημοτήτων, και αυτό την έκανε ακόμα πιο αξιαγάπητη. Καθώς το φεστιβάλ προχωρούσε, αντιλήφθηκα ότι η επίδραση της Μόνικα ξεπερνούσε τον κινηματογράφο. Η παρουσία της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν τεράστια, με εκατομμύρια ακόλουθους, ωστόσο παρέμεινε προσγειωμένη. Είναι ένα διαφορετικό είδος σταρ» λέει η Ελίζ Ζαλαντό.
Κοιτάζοντας προς το μέλλον, η Ελίζ Ζαλαντό αναφέρεται σε νέες δράσεις, που συμπεριλαμβάνουν την εικονική πραγματικότητα και ένα νέο ψηφιακό εργαστήριο. «Δεσμευόμαστε να εξελισσόμαστε μαζί με την εποχή», εξηγεί. «Ο κινηματογράφος αλλάζει και πρέπει να προσαρμοστούμε για να συμβαδίσουμε με τις νέες αφηγήσεις και τεχνολογίες. Η δύναμη του κινηματογράφου είναι να αφηγείται ιστορίες που βρίσκουν απήχηση σε όλους τους πολιτισμούς. Έχουμε την ευθύνη να αναδεικνύουμε διαφορετικές φωνές και να δημιουργούμε χώρους για διάλογο».
Στην καρδιά της Θεσσαλονίκης, μέσα στο ιστορικό της μωσαϊκό, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου πλέκει μια νέα αφήγηση – μια γιορτή για την ανθεκτικότητα, την ενότητα και τη αστείρευτη δύναμη του κινηματογράφου.
Κάθε φορά που μια διοργάνωση φτάνει στο τέλος της, η διευθύντριά του κρατάει στη μνήμη της το πνεύμα συνεργασίας και αλληλεγγύης, τα γέλια, τις ιστορίες και τις προκλήσεις που μοιράστηκε με τους συνεργάτες της και τους εθελοντές, όλα αυτά που δημιουργούν δεσμούς που κρατάνε πολύ καιρό, αφού πέσουν οι τίτλοι του τέλους στην οθόνη.
«Έχω βρεθεί σε αναρίθμητα φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο, όμως αυτό το Φεστιβάλ, στη Θεσσαλονίκη είναι μοναδικό» λέει η Ελίζ Ζαλαντό.
Με δύο διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ τον χρόνο, με την Αγορά, που καθιστά τον θεσμό κρίσιμο παράγοντα της ευρωπαϊκής κινηματογραφικής βιομηχανίας, με χώρους όπως το Ολύμπιον και οι Αποθήκες στο λιμάνι, «δεν υπάρχει τίποτα παρόμοιο», διαβεβαιώνει, «δεν υπάρχει άλλος οργανισμός στην Ευρώπη που να έχει αυτή τη δομή».
Ιδιαίτερα στέκεται στην οργάνωση και τη συντροφικότητα μεταξύ μιας αφοσιωμένης επαγγελματικής ομάδας. «Προσπαθούμε να κρατήσουμε ζωντανή την επαφή μας με τη Θεσσαλονίκη όλο τον χρόνο, συνεργαζόμενοι στενά με την τοπική κοινωνία».
«Προσπαθούμε να κρατήσουμε ζωντανή την επαφή μας με τη Θεσσαλονίκη όλο τον χρόνο, συνεργαζόμενοι στενά με την τοπική κοινωνία»
Για την Ελίζ Ζαλαντό το κρασί και το φαγητό δεν αντανακλούν μόνο το προσωπικό γούστο, αλλά αφηγούνται και την ιστορία τόπων και πολιτισμών.
Αγαπάει την ελληνική κουζίνα, ιδιαίτερα τους μεζέδες, μαγειρεύει σπανακόρυζο και γεμιστά και κολοκυθοανθούς, είναι λάτρης των ψαριών, των θαλασσινών και των τυριών. Δεν τρώει γαλλικά πιάτα όσο βρίσκεται στην Ελλάδα, μένει μακριά ακόμη και από το αγαπημένο της τυρί καμαμπέρ.
«Κάθε φορά που γυρίζω στη Γαλλία πηγαίνω να αγοράσω καμαμπέρ. Θα μου πεις, και γιατί δεν αγοράζεις στην Ελλάδα, είναι εύκολο να το βρεις. Όμως όχι, δεν θέλω. Κάθε τόπος έχει τη δική του ταυτότητα, τη δική του παράδοση και σου δίνει την ευκαιρία να απολαύσεις τις μοναδικές του γεύσεις. Αυτό που χρησιμοποιώ ωστόσο τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ελλάδα είναι το ελαιόλαδο. Με ελαιόλαδο μεγάλωσα στη Νάντη, αλλά και με αλατισμένο βούτυρο, που το αγαπάμε πολύ στη Βρετάνη και τη Νορμανδία».
Στη Γαλλία δεν ήταν ποτέ οπαδός του λευκού κρασιού, αλλά η Ελλάδα την έκανε να αλλάξει οπτική. «Εδώ θα βρεις εξαιρετικά λευκά κρασιά, που είναι και αρκετά προσιτά σε σύγκριση με τις ακριβότερες επιλογές στη Γαλλία. Η ελληνική κουζίνα συνδυάζεται υπέροχα με αυτά τα κρασιά, ιδίως όταν απολαμβάνεις φρέσκα ψάρια και άλλα μεσογειακά πιάτα».
Μία σειρά έντυπων και διαδικτυακών εκδόσεων, οπτικοακουστικών παραγωγών και δράσεων για την Ιστορία, τα Γράμματα, τις Τέχνες και τις Ιδέες στην πόλη, που προβάλλει πτυχές και πρόσωπα της ιστορικής και σύγχρονης Θεσσαλονίκης.
Μία πλατφόρμα διαλόγου, ιδεών και δράσεων για την ανάδειξη της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, την προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού, και την ποιότητα ζωής στην καθημερινότητα της πόλης.
Εγγραφείτε στο newsletter του Θεσσαλονικέων Πόλις δωρεάν για να λαμβάνετε στο inbox σας πρωτογενή ρεπορτάζ για την πόλη, άρθρα, συνεντεύξεις και επιλογές από την έντυπη και διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού.