Δεν μπορεί παρά να γεννούν προβληματισμό τα ευρήματα της πανελλαδικής δημοσκόπησης που διεξήγαγε η Kapa Research για λογαριασμό του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ, διερευνώντας το φαινόμενο της συνεχώς αυξανόμενης αποχής από τις εκλογικές αναμετρήσεις. Η συγκεκριμένη έρευνα έρχεται να ενισχύσει ευρήματα που αποτυπώνουν σταθερά τα τελευταία χρόνια μία κρίση εμπιστοσύνης στο πολιτικό-κομματικό σύστημα και στην ποιότητα της δημοκρατίας στη χώρα.
Πενήντα χρόνια από τη Μεταπολίτευση, η εμπιστοσύνη στους θεσμούς είναι γενικά καταρρακωμένη και ιδίως τα πολιτικά κόμματα και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις θεωρούνται αναξιόπιστα σε πολύ μεγάλα ποσοστά. Ειδικά όσοι απέχουν δείχνουν ακόμα μικρότερη εμπιστοσύνη σε σύγκριση μ’ αυτούς που ψηφίζουν. Οι μεγαλύτερες διαφορές παρατηρούνται όσον αφορά τη Δικαιοσύνη (16 μονάδες διαφορά), την Κυβέρνηση (14 μονάδες), τις Ανεξάρτητες αρχές (13 μονάδες), το Κοινοβούλιο και το Τραπεζικό σύστημα (12 μονάδες).
Ομολογουμένως αφορμή για να δρομολογήσουμε την παραπάνω δημοσκόπηση αποτέλεσε μεταξύ άλλων η εικόνα που καταγράφηκε στο δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών στο Δήμο Θεσσαλονίκης (και όχι μόνο), όπου η συμμετοχή κυμάνθηκε κάτω από το 33%, δηλαδή μόλις 78.669 μέλη του εκλογικού σώματος προσήλθαν στις κάλπες. Αυτή η τάση του κόσμου να αποστρέφεται με τόσο ηχηρό τρόπο την εκλογική διαδικασία θα έπρεπε να σηματοδοτήσει μια αλλαγή κατεύθυνσης της τοπικής αυτοδιοίκησης.
O Δήμος Θεσσαλονίκης, ως ένας από τους μεγαλύτερους στη χώρα, θα είχε σημαίνοντα ρόλο να διαδραματίσει σε αυτή την αναγκαία όσο και σύνθετη μεταρρύθμιση.
Οι τοπικές και περιφερειακές αρχές παρουσιάζουν, ειδικά σε σύγκριση με άλλες χώρες, υψηλό βαθμό εξάρτησης από την κεντρική διοίκηση. Αυτό αφορά τόσο τη χρηματοδότηση όσο και τις αρμοδιότητες και τις πραγματικές τους δυνατότητες να ανταποκριθούν σε νέες ανάγκες όπως η κλιματική ανθεκτικότητα, η κοινωνική συνοχή κ.ά.. Η τρέχουσα κρίση που γέννησε η οδηγία του ΥΠΟΙΚ για την υποχρεωτική κατάρτιση ισοσκελισμένων ή πλεονασματικών προϋπολογισμών από τους ΟΤΑ είναι αδιαμφισβήτητος δείκτης σχετικά με την αποτυχία του μοντέλου που εφαρμόζεται ως σήμερα. Χωρίς ευρείες προσαρμογές στον τρόπο λειτουργίας των ΟΤΑ και στη σχέση τους με την κυβέρνηση, δεν είναι και δεν θα είναι δυνατόν να ανταποκριθούν σ’ αυτή τη νέα πραγματικότητα.
Η αναβάθμιση του ρόλου των ΟΤΑ θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως, συν τοις άλλοις, μπορεί να προσφέρει ένα μάλλον προνομιακό πεδίο για να ξεκινήσει η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς που, όπως είδαμε, έχει διαρραγεί. Πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό πρακτικά στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης;
Παρακάτω μπορεί να βρει κανείς μερικές πρώτες σκέψεις, που αντανακλούν και πεδία εργασίας και προτάσεων για το πράσινο πολιτικό Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ:
1. Η απόκτηση πόρων, αρμοδιοτήτων και εμπειρίας στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας αποτελεί επιτακτική ανάγκη. Η παροχή οικονομικά προσιτής κατοικίας καθώς και τα μέτρα ενίσχυσης της ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση δεν μπορεί να είναι (μόνο) ευθύνη της κεντρικής διοίκησης, με δεδομένα τα πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά που παρουσιάζουν τόσο οι τοπικές αγορές κατοικίας όσο και το φυσικό περιβάλλον των επιμέρους τόπων. Η δημιουργία του Φορέα Κοινωνικής Μίσθωσης της ΜΑΘ ΑΕ ΑΟΤΑ το 2021, με την υποστήριξη και του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ, απαντούσε στις τεκμηριωμένες ανάγκες της εποχής όπως τις κατέγραψε ερευνητική ομάδα του ΑΠΘ, όμως έκτοτε δεν έλαβε ποτέ την απαραίτητη πολιτική στήριξη και μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, επιχειρώντας να συνδυάσει πολύ περισσότερα πράγματα από όσα είναι ρεαλιστικά εφικτό με βάση τους πόρους του.
2. Η ανταπόκριση σε ζωτικές ανάγκες όπως αυτές μας φέρνει σε άλλον έναν κρίσιμο παράγοντα, που είναι η ενίσχυση της ουσιαστικής συμμετοχής στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Εργαλεία, και μάλιστα θεσμοθετημένα, υπάρχουν –π.χ. και σε ρεαλιστική βάση ο Συμμετοχικός Δημοτικός Προϋπολογισμός και η Πολεοδομική Επιτροπή Γειτονιάς–, όμως η πολιτική κουλτούρα και τα πρακτικά εμπόδια που ορθώνονται δημιουργούν μία αίσθηση ματαίωσης σε όσους πολίτες επιχειρούν να εμπλακούν ενεργά. Αυτή είναι μία ανάγκη που αναδείχθηκε οργανικά και στον ανοιχτό διάλογο που τρέξαμε για εβδομάδες με το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ την περίοδο της μεγάλης έντασης που επικράτησε στη Θεσσαλονίκη με αφορμή το κλάδεμα των δέντρων την άνοιξη του 2023. Φυσικά, σε πολλές περιπτώσεις, η ουσιαστική και μακροπρόθεσμη απάντηση σε ζητήματα που θέτουν οι πολίτες ή και τα ίδια τα γεγονότα απαιτεί μία σοβαρή προσπάθεια υιοθέτησης του μητροπολιτικού μοντέλου διακυβέρνησης, μια και ελάχιστα αστικά θέματα γνωρίζουν χωρικά όρια. Το παράδειγμα της Λυών στη Γαλλία έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης για πολλές πόλεις.
3. Ένα καθοριστικό έλλειμμα που εντάσσεται στη λίστα προτεραιοτήτων για τη Θεσσαλονίκη, και όχι μόνο σ’ αυτήν, είναι η σύνδεση της χάραξης πολιτικών και λύσεων με επιστημονικά δεδομένα. Η ενίσχυση της σχέσης του Δήμου Θεσσαλονίκης, για παράδειγμα, με τα πανεπιστήμια της πόλης μόνο οφέλη, και μάλιστα άμεσα, μπορεί να αποφέρει. Με αυτή τη σκέψη κατά νου, στις 10 Δεκεμβρίου θα παρουσιαστεί στο ευρύ κοινό της πόλης ο Κοινωνικός Άτλας Θεσσαλονίκης, μία ιδέα του Τομέα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, που με την υποστήριξη του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ θα παράσχει μία δυναμική ψηφιακή πλατφόρμα με κείμενα, χάρτες, φωτογραφίες και διαγράμματα για όλη την πόλη, από τις γειτονιές μέχρι το ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα. Έτσι, θα συμβάλει στην παραγωγή νέας γνώσης για τη Θεσσαλονίκη μέσα από τη συστηματική οργάνωση και παρουσίαση τεκμηριωμένου υλικού, ενώ θα μοιράζεται αυτή τη γνώση τόσο με το εξειδικευμένο όσο και με το ευρύτερο κοινό με τρόπο απλό, προσιτό και συμπεριληπτικό.
Ο χρόνος στην κλεψύδρα για τις παραπάνω, όπως και για αρκετές ακόμη αλλαγές, έχει εξαντληθεί. Οι υπενθυμίσεις που λαμβάνουμε είναι συνεχείς και βίαιες (βλ. Βαλένθια). Η εξίσωση είναι σύνθετη το δίχως άλλο, όμως η προσαρμογή του ρόλου των τοπικών αρχών και κοινωνιών στη νέα πραγματικότητα, καθώς και η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στη δημοκρατία, που μπορεί να ξεκινήσει από το τοπικό επίπεδο, είναι ένα στοίχημα που επιβάλλεται να κερδηθεί.
Ο Μιχάλης Γουδής είναι διευθυντής του Γραφείου του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ στην Ελλάδα με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Μία σειρά έντυπων και διαδικτυακών εκδόσεων, οπτικοακουστικών παραγωγών και δράσεων για την Ιστορία, τα Γράμματα, τις Τέχνες και τις Ιδέες στην πόλη, που προβάλλει πτυχές και πρόσωπα της ιστορικής και σύγχρονης Θεσσαλονίκης.
Μία πλατφόρμα διαλόγου, ιδεών και δράσεων για την ανάδειξη της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, την προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού, και την ποιότητα ζωής στην καθημερινότητα της πόλης.
Εγγραφείτε στο newsletter του Θεσσαλονικέων Πόλις δωρεάν για να λαμβάνετε στο inbox σας πρωτογενή ρεπορτάζ για την πόλη, άρθρα, συνεντεύξεις και επιλογές από την έντυπη και διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού.