Γυρνάς σπίτι, κλείνεις την πόρτα και βγάζεις από την τσάντα σου το βινύλιο που κουβαλούσες τόση ώρα με προσοχή. Ακολουθεί η ιεροτελεστία: ξετυλίγεις τη συσκευασία, ανοίγεις το εξώφυλλο, παίρνεις μια γερή μυρωδιά του νέου σου αποκτήματος, τοποθετείς με ευλάβεια τον δίσκο στο πικάπ. Ακούς τα πρώτα «τσικ-τσικ» της βελόνας, μέχρι να ακουμπήσει στο σωστό σημείο και να πλημμυρίσει με ήχους το δωμάτιο.
Οι δεκαετίες από το ’50 μέχρι το ’80 ήταν η χρυσή εποχή του βινυλίου. Σταδιακά, οι δίσκοι αντικαταστάθηκαν από τις κασέτες, μετά ήρθαν τα CD, μέχρι που μπήκαν στις ζωές μας οι ψηφιακές λήψεις και οι υπηρεσίες streaming, όπως το Spotify και το Apple Music.
Ευτυχώς για τους λάτρεις του βινυλίου, η αναλογική μουσική επιστρέφει δυναμικά. Το 2007 θεωρείται έτος-σταθμός για το λεγόμενο «Vinyl Revival», το οποίο συνεχίζει να ακμάζει, ειδικά από το 2020. Η παγκόσμια αγορά βινυλίου άγγιξε τα 2,26 δισ. δολ. το 2024 και προβλέπεται να αυξηθεί με ετήσιο ρυθμό της τάξης του 10% έως το 2031.
Στη Θεσσαλονίκη η αναβίωση αυτή είναι ορατή: Μια βόλτα στα στενά του κέντρου αποκαλύπτει νέα και παλιά δισκοπωλεία, ενώ τα τελευταία χρόνια πολλά μπαρ «ντύνουν» μουσικά τις βραδιές τους με αναλογικό ήχο.
Πρωινό Τετάρτης και ο Προκόπης Τζιλής (Πάκης για τους φίλους του) με περιμένει στο μαγαζί του, στην οδό Σκρα 7-9, σε ένα στενάκι κοντά στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Ο «Λωτός», ένα από τα πιο γνωστά δισκοπωλεία της πόλης, γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1990 και από τότε διαμορφώνει γενιές και γενιές μουσικόφιλων.
Σχολιάζω πως παρατήρησα άνθιση του βινυλίου την εποχή της καραντίνας.
«Η αλήθεια είναι πώς κι εγώ μέσα στον κορονοϊό δούλεψα πολύ καλά» συμφωνεί ο Πάκης. «Η τάση αυτή από τότε συνεχίζεται».
Σχολιάζοντας τις νεότερες γενιές και τη φαινομενικά παράδοξη ενασχόλησή τους με τη συλλογή δίσκων, εξηγεί: «Αντιμετωπίζουν το βινύλιο σαν κάτι πολύ ιδιαίτερο. Δυστυχώς έχει ακριβύνει πάρα πολύ, οπότε για ένα νέο παιδί είναι δύσκολο να πει ότι θα πάρει αρκετά βινύλια για να φτιάξει τη συλλογή του, αλλά φαίνεται ότι είναι κάτι που αγαπάει».
Η γοητεία που ασκεί το βινύλιο στις νεότερες γενιές εντάσσεται σε μια ευρύτερη τάση επιστροφής στο παρελθόν και απεξάρτησης από την τεχνολογία και τα social media· έρευνα του 2023 έδειξε ότι το 60% της Gen Z θα ήθελε να ζήσει σε μια εποχή πριν όλοι γίνουμε «plugged in».
Σε αυτό το κλίμα, το βινύλιο λειτουργεί σαν ένα είδος αντίβαρου: τους προσφέρει μια απτή, «χειροπιαστή» σχέση με τη μουσική, μια τελετουργία που απαιτεί χρόνο και συγκέντρωση. Το να ακούσεις έναν δίσκο από την αρχή ως το τέλος, να μυρίσεις το χαρτί, να αγγίξεις το εξώφυλλο, είναι εμπειρία που τους γειώνει στον πραγματικό κόσμο. Δεν είναι μόνο η νοσταλγία για έναν αναλογικό παρελθόντα χρόνο που οι ίδιοι δεν έζησαν — είναι μια ανάγκη για ουσία μέσα στον καταιγισμό του ψηφιακού.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της YouGov, το 28% των millennials και το 26% της Gen Z είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για μουσική σε βινύλιο.
Ως διαδικασία η αγορά των δίσκων διαφέρει αν συγκρίνει κανείς το τότε με το σήμερα. Σύμφωνα με τον Πάκη: «Στο μεγαλύτερο ποσοστό, και λόγω διαδικτύου φυσικά, οι περισσότεροι έχουν αποφασίσει από πριν τι θέλουν να ακούσουν, το έχουν τσεκάρει, έχουν δει ότι τους ταιριάζει και έρχονται για να το αγοράσουν. Υπάρχει ακόμα σε κάποιο ποσοστό η μουσική πρόταση από τη μεριά του δισκοπώλη, αλλά είναι αρκετά μικρότερο σε σχέση με παλαιότερα.».
Ένας δίσκος που ακούει ο ίδιος τελευταία είναι αυτός της Yazz Ahmed, «A Paradise In the Hold».
Αποχαιρετώ τον Πάκη και, βγαίνοντας από τον Λωτό, ανηφορίζω τη Σβώλου. Εκεί με περιμένει ο Ξενοφών, συνιδιοκτήτης του καφέ μπαρ «Δέκα Επτά» και «Δέκα Επτά Record Store».
Πρόκειται για έναν χώρο που διαθέτει μια υπέροχη συλλογή βινυλίων προς πώληση, επιμελημένη από τον ίδιο τον Ξενοφώντα τα τελευταία δυόμιση χρόνια. Ο Ξενοφών είναι 41 ετών και dj από τα 20, με το όνομα Tall F.
«Μπορεί να είναι μόδα, όπως τα περισσότερα old-school πράγματα τελευταία, αλλά θες-δεν-θες, ψιλοερωτεύεσαι τη φάση. Όλη η διαδικασία των δίσκων, να ανακαλύπτεις τι κρύβεται πίσω από τα εξώφυλλα, να τα μυρίζεις, να ακούς τυχόν φθορές που έχουν υποστεί τα μεταχειρισμένα στον ήχο σου, είναι μαγική».
Ο ίδιος θυμάται τις παλαιότερες εποχές που επέλεγε τους δίσκους του από το δισκάδικο «Dj Record Store» στο κέντρο της πόλης, που πλέον δεν υπάρχει. «Εκεί ερχόντουσαν οι νέες μουσικές κυκλοφορίες κάθε Τετάρτη, όπου σύμφωνα με έναν άγραφο κανόνα προηγούνταν και πήγαιναν οι γνωστοί dj της εποχής ώστε να ακούσουν και να αγοράσουν το κάτι φρέσκο για τα σετ και για τη συλλογή τους. Μετέπειτα οι υπόλοιποι αγοράζαμε ό,τι περίσσευε».
Ως αγαπημένο του δίσκο θέτει το «Στου Αιώνα την Παράγκα» από τους Θ. Μικρούτσικο και Δ. Μητροπάνο, ενώ ένας δίσκος που θα πρότεινε ο ίδιος είναι το «Mediterraneo» από «Nu Genea».
Ο Δημήτρης Καλογιάννης, 37 ετών, παίζει επαγγελματικά εδώ και 24 χρόνια ως DimKal και η συλλογή βινυλίων του αριθμεί πάνω από 3.000 δίσκους. Όσο δουλεύαμε μαζί, εγώ ως σερβιτόρα και ο ίδιος ως dj, πάντα στην ερώτηση μου ποιο κομμάτι να ακούσω, απαντούσε με ενθουσιασμό με προτάσεις δίσκων που «όφειλα» να ακούσω.
Πριν από μερικά χρόνια ξεκίνησε τη σελίδα «Groove Enthusiast» στην πλατφόρμα του Instagram, όπου παρουσιάζει δίσκους από την προσωπική του συλλογή ή άλλων.
Χαρακτηρίζει τη διαδικασία της συλλογής ως μια υπέροχη τελετουργία. «Το να συλλέγεις δίσκους είναι κάτι όμορφο, κάτι χειροπιαστό που κρύβει πίσω του ένα είδος τελετουργίας. Ξεκάθαρα το πικ-απ έχει μπει και πάλι στα σαλόνια του περισσότερου κόσμου σε περίοπτη θέση. Είναι καλό που ανεβαίνει πάλι η φάση του βινυλίου, δεν είναι καλό που παράλληλα ανεβαίνει και η τιμή του».
Ένας δίσκος που προτείνει ο Δημήτρης είναι το «Midnight Blue» από «Kenny Burrell».
Πριν λίγα χρόνια, ο Γιάννης Στειακάκης, 35 ετών, βρήκε σε προσφορά το «Californication» των «Red Hot Chili Peppers» και το πήρε χωρίς ακόμα να έχει τα απαραίτητα. Λίγο καιρό μετά, ένας καλός του φίλος του έκανε «ένα από τα πιο ωραία δώρα που έχει λάβει»: ένα πικάπ.
Τη συλλογή του την ξεκίνησε πρόσφατα, το Δεκέμβριο του 2024, και από τότε έχει προσθέσει στα ράφια του περίπου 130 δίσκους! «Ήξερα ότι είναι ωραία διαδικασία και φοβόμουν πώς άπαξ και ξεκινήσω θα μπλέξω, όπως κι έγινε. Από τότε μπήκε μέσα μου σαν μικρόβιο και έγινα μανιακός συλλέκτης. Ακούω είδη που δεν άκουγα στο παρελθόν και σηματοδοτώ στιγμές με αυτά».
Αυτό που τον κρατάει στο να συνεχίζει να συλλέγει είναι η αγάπη του προς το ρετρό στοιχείο, ο σαγηνευτικός ήχος του βινυλίου, αλλά και η υπερπροστατευτικότητα που αυτό χρειάζεται.
Ως αγαπημένο του δίσκο στη μέχρι τώρα συλλογή του θα πει το «Ελάχιστος Εαυτός» του Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Ο Νίκος Κιόσης και η Στεφανία Παπαβλασοπούλου είναι δύο νέα παιδιά που εργάζονται ως dj σε διάφορα μαγαζιά της πόλης αλλά μπορεί κανείς να τους βρει και στο δισκάδικο της περιοχής Βαλαωρίτου, το Vinyl Salvation, στο κέντρο της πόλης.
Ο Νίκος, 33 ετών, παίζει μουσική από τα 20 ως Νico Jess και, ρετρό άνθρωπος εκ φύσεως, είχε ξεκινήσει από νωρίς τη συλλογή του με δίσκους, χαρακτηρίζοντας τη διαδικασία ως μια «ωραία ταλαιπωρία».
«Χαίρομαι πολύ που βλέπω τις νεότερες γενιές να επιλέγουν να ακούν μουσική με έναν δυσκολότερο τρόπο συγκριτικά με τις δυνατότητες του σήμερα. Είναι πολύ όμορφο να βλέπεις και να βοηθάς μουσικά νέα παιδιά, στην εφηβεία, που έρχονται στο δισκάδικο είτε με τους γονείς τους είτε με την παρέα τους για να εμπλουτίσουν τη συλλογή τους».
Ο δίσκος που θα πρότεινε ο ίδιος είναι το «Soulfood Taqueria» από «Tommy Guerrero».
Η Στεφανία, 25 χρονών, παίζει μουσική τα τελευταία έξι χρόνια ως Stefy και από το 2023 δουλεύει στο Vinyl Salvation ως πωλήτρια, κάτι που της έδωσε ώθηση να εμπλουτίσει τη συλλογή της.
Αυτό που θα ήθελε να δει περισσότερο στους νέους συλλέκτες είναι λίγο παραπάνω ψάξιμο και αγάπη, γι’ αυτό άλλωστε λατρεύει να βοηθάει και να προτείνει νέες μουσικές επιλογές.
Ένα «δισκάκι», όπως λέει και η ίδια, που θα πρότεινε είναι το «Datsha» από «Αmine Laje».