Κατάδυση στους θησαυρούς του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης
Ανακαλύψαμε μοναδικά ντοκουμέντα ενός αιώνα μουσικής ζωής της πόλης
- Δήμητρα Κεχαγιά
- Αλέξανδρος Αβραμίδης, Φωτογραφικό Αρχείο ΚΩΘ
- 12/11/2025
Καθώς ετοιμάζεται να επιστρέψει στο πλήρως ανακαινισμένο κτίριό του στην οδό Φράγκων 15, το Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης μάς άνοιξε το μοναδικό αρχείο του. Διαβάστε για τους θησαυρούς που ανακαλύψαμε και ακούστε μια μοναδική εκτέλεση με αρχαία ύδραυλη, το πρώτο πληκτροφόρο μουσικό όργανο της ιστορίας.
Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης
Σπάνια βιβλία μουσικής του 19ου αιώνα, πτυχία αποφοίτων από τις αρχές του 20ού, χειρόγραφες παρτιτούρες σπουδαίων συνθετών, όπως του Θεσσαλονικιού Αιμίλιου Ριάδη (1880-1935), εμπιστευτικό έγγραφο του υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων για αντιφρονούντες, πίνακες ζωγραφικής με επιφανείς συνθέτες και καθηγητές, αλλά και κατάλογοι από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του ΚΩΘ, είναι ορισμένοι μόνο από τους θησαυρούς που κρύβει το πολύτιμο αρχείο του μοναδικού κρατικού ωδείου της Ελλάδας.
Το Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης βρίσκεται για πολλοστή φορά στη μακρά ιστορία του σε φάση μετακόμισης, επιστρέφοντας στο «σπίτι» του, στην οδό Φράγκων 15, που βρίσκεται στην τελική φάση ολικής ανακαίνισης.
Το Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε στις 5 Νοεμβρίου 1914 με πρωτοβουλία του Ελευθέριου Βενιζέλου.
«Στόχος στρατηγικός του Ελευθέριου Βενιζέλου όταν ιδρύθηκε το Ωδείο ήταν να συνενώσει τις κοινότητες της Θεσσαλονίκης, να τονίσει την πολυπολιτισμικότητα της πόλης, αλλά και να δώσει τη δυνατότητα στην ελληνική κοινότητα και την ελληνική μουσική να αναδειχθεί», λέει ο διευθυντής του Ωδείου δρ. Γεώργιος Ιούλιος Παπαδόπουλος.
Πρωτολειτούργησε σε διαμερίσματα στο κέντρο της πόλης, στη συνέχεια στο Κτίριο των Προσκόπων (δίπλα στο σημερινό δημαρχείο Θεσσαλονίκης) και μετά στη Νέα Παραλία.
Όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Χρίστος Ζαφείρης, σε κείμενο που δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Θεσσαλονικέων Πόλις», το Ωδείο στεγάστηκε στη διώροφη οικία του Ιωσήφ Μισραχή, που χτίστηκε το 1911 σε σχέδια του Απόστολου Γραικού, γνωστή περισσότερο ως οικία Αλεξ. Τότσκα που την αγόρασε το 1920. Το ιστορικό κτίριο του Ωδείου, που βρισκόταν στο πάρκο της ΧΑΝΘ, στο ύψος του συμπλέγματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κατεδαφίστηκε το 1969, για την επέκταση του πάρκου.
Από τις αρχές του 2024 το Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης στεγάζεται προσωρινά στην οδό Π. Συνδίκα.
Σημαντικές προσωπικότητες διετέλεσαν διευθυντές του, όπως ο Σόλων Μιχαηλίδης (1957-1970) και ο Δημήτριος Θέμελης (1971-1985). Καθηγητές του υπήρξαν ο Αιμίλιος Ριάδης, ο Λώρης Μαργαρίτης, ο Τεό Κόφμαν, ο Ιωάννης Κοπανάς, ο Γεώργιος Βακαλόπουλος και πολλοί άλλοι.
Μέσα από τη Δραματική Σχολή του Ωδείου, που ιδρύθηκε το 1923 με εμψυχωτή τον Ιωάννη Κοπανά και ανέβασε την πρώτη της παράσταση, τη «Μονάκριβη« του Ξενόπουλου τον Ιούνιο του ίδιου έτους, στο θέατρο του Λευκού Πύργου, «γεννήθηκε» το 1978 το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Ανάμεσα στους δεκάδες αποφοίτους της συγκαταλέγονται οι Νίκος Αρμάος, Κοσμάς Ζαχάρωφ, Διονύσης Καλός και η Λυδία Φωτοπούλου.
Το πρώτο μέλημα των μουσικών δεν ήταν η πρόβα, αλλά η οργάνωση. Το ιδρυτικό καταστατικό του Ωδείου, υπογεγραμμένο από Έλληνες, Ισραηλίτες και Τούρκους, μαρτυρεί το όραμα του Ελευθερίου Βενιζέλου: να ενώσει τις κοινότητες της πολυπολιτισμικής Θεσσαλονίκης μέσα από την τέχνη.
Παράλληλα με τη σύσταση του Ωδείου δημιουργήθηκε και η Μουσική Βιβλιοθήκη του, όπως αποδεικνύεται από τα αρχεία του Ωδείου, όπως το βιβλίο με τον χειρόγραφο τίτλο στη ράχη «1ος Κατάλογος Βιβλιοθήκης του Ωδείου», και με χειρόγραφη δίγλωσση ετικέτα στο εξώφυλλο στην ελληνική και γαλλική γλώσσα.
Ο κατάλογος αυτός είναι χειρόγραφος, με τον γραφικό χαρακτήρα του Αλέξανδρου Καζαντζή. Ξεκινάει με περιεχόμενα και καταγράφει τα βιβλία σε κατηγορίες (έργα για πιάνο, έργα για ορχήστρα, έργα για φωνή και πιάνο κλπ.).
Ο Ριάδης, κορυφαίος Θεσσαλονικιός συνθέτης και καθηγητής, άφησε στο Ωδείο μέρος του προσωπικού του αρχείου: 1.042 φύλλα, εκ των οποίων σχεδόν τα μισά είναι μουσικά χειρόγραφα. Το έργο του, ταξινομημένο με προσοχή, αποκαλύπτει τη διαδρομή του Μακεδόνα δημιουργού που διαμόρφωσε γενιές μουσικών.
Μέσα από τη Δραματική Σχολή του Ωδείου, που ιδρύθηκε το 1923 με εμψυχωτή τον Ιωάννη Κοπανά και ανέβασε την πρώτη της παράσταση, τη Μονάκριβη του Ξενόπουλου τον Ιούνιο του ίδιου έτους, στο θέατρο του Λευκού Πύργου, γεννήθηκε το 1978 το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Ανάμεσα στους δεκάδες αποφοίτους της συγκαταλέγονται οι Νίκος Αρμάος, Κοσμάς Ζαχάρωφ, Διονύσης Καλός και η Λυδία Φωτοπούλου.
Στους τοίχους του Ωδείου δεσπόζουν προσωπογραφίες δασκάλων και συνθετών — του Ριάδη, του Καζαντζή, της Ισμήνης Δέλλα-Φραγκεδάκη. Κάθε πίνακας είναι και μια μαρτυρία του ρόλου τους στην εκπαίδευση και την καλλιτεχνική ζωή της πόλης.
Το Ωδείο είναι το μοναδικό ίδρυμα που διαθέτει το πρώτο αντίγραφο του αρχαίου πληκτροφόρου οργάνου, από τον 3ο αιώνα π.Χ., πρόδρομου του εκκλησιαστικού οργάνου. «Ανήκει στην ελληνιστική περίοδο και είναι το πρώτο πληκτροφόρο όργανο στην ιστορία της μουσικής» λέει ο μουσικός Δημήτρης Δελφινόπουλος, ιδρυτής του Συνόλου Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής «Ορφεία Αρμονία».
Ο κατάλογος της βιβλιοθήκης του Ωδείου περιλαμβάνει 14.500 τίτλους βιβλίων, παρτιτούρων και περιοδικών αλλά και πλούσιο οπτικοακουστικό και αρχειακό υλικό. Το αρχείο συνεχίζει να εμπλουτίζεται: πρόσφατα, ο μαέστρος και τσελίστας Βύρων Φιδετζής δώρισε σπάνιες παρτιτούρες για βιολοντσέλο, «μοναδικές» όπως τις χαρακτηρίζει ο δρ. Παπαδόπουλος. «Είναι ένας τρόπος να διατηρηθεί η μουσική ζωντανή μέσα από τη γνώση».
Με ημερομηνία 16 Δεκεμβρίου 1968, εμπιστευτικό έγγραφο του Συμβουλίου Νομιμοφροσύνης του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ενημερώνει το Ωδείο για τη μη νομιμοφροσύνη συγκεκριμένων καθηγητών. Ο χαρακτηρισμός «εκρίθη ως μη νομιμόφρων» αφορούσε υπαλλήλους που θεωρούνταν πολιτικά ύποπτοι ή αντίθετοι προς το καθεστώς, την περίοδο της Χούντας.
Εκατόν δέκα χρόνια μετά, το Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης παραμένει σύμβολο πολιτισμού. «Η παρουσία του είναι αδιάλειπτη και διεθνής», λέει ο κ. Παπαδόπουλος. Τελευταίο απόκτημα του αρχείου είναι ένα σύνολο από παρτιτούρες, κυρίως για βιολοντσέλο, τις οποίες δώρισε στο Ωδείο ο τσελίστας και μαέστρος Βύρων Φιδετζής.
«Κάποιες παρτιτούρες είναι σπανιότατες και μοναδικές. Μέσω αυτής της δωρεάς μαθητές όχι μόνο του Ωδείου θα έχουν την ευκαιρία να αναζητήσουν έργα τα οποία ενδεχομένως να μην ήταν προσβάσιμα με άλλο τρόπο», αναφέρει ο κ. Παπαδόπουλος. Ο ίδιος δηλώνει περήφανος για την αδιάλειπτη παρουσία του Κρατικού Ωδείου στην πολιτιστική ζωή της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας, η οποία διαχύθηκε και σε ολόκληρο τον κόσμο.
«Θα ήταν περήφανος ο Ριάδης, αν έβλεπε πως το Ωδείο συνεχίζει να εμπνέει».
Διαβάστε επίσης
- Ελένη Θεοδωρίδου
- Αλέξανδρος Λιτσαρδάκης
- Γιώργος Παπαδημητρίου
- Εύα Χατζηαντώνογλου