Όταν βρέθηκα στο ζαχαροπλαστείο για να τα πούμε από κοντά, κατάλαβα αμέσως τι εννοούσε, όπως και το πάθος και την αγάπη που μοιράζεται με την αδερφή της, Ελευθερία, γι’ αυτό που κληρονόμησαν από τον παππού τους, Παναγιώτη.
Μαζί, πήγαμε μαζί μια γλυκιά βόλτα σχεδόν εννέα δεκαετιών: από την εποχή που ο Ίμβριος Παναγιώτης Δεληγεωργάκης έφτιαχνε λουκούμια σε ένα χαμόσπιτο της Αγίας Σοφίας, στην περίοδο που η ανάγκη για σχολικό κολατσιό οδήγησε στη δημιουργία νέων γλυκών, μέχρι τον χαμό που έγινε πριν από λίγο καιρό στο διαδίκτυο με τα μπακλαβαδάκια τους, όταν τα αγόρασε ένας γνωστός youtuber.
Η ιστορία του ζαχαροπλαστείου ξεκινά την Πρωτοχρονιά του 1943 – από τότε υπάρχει το πρώτο σχετικό έγγραφο – με λουκούμια, πελτέ και κυδωνόπαστα. Με δύο μεγάλα χάλκινα καζάνια πάνω σε δυνατή φωτιά, ο Παναγιώτης Δεληγεωργάκης έμαθε πρώτα τη γειτονιά, και στη συνέχεια όλη τη Θεσσαλονίκη, να τρώει λουκούμια.
Αργότερα, τη σκυτάλη πήραν οι γιοι του, Γιάννης και Γιώργος, μαζί με τις συζύγους τους, Γαλήνη και Άννα. Η δεύτερη γενιά άρχισε να προσθέτει διάφορα γλυκίσματα, και το μικρό λουκουματζίδικο μεταμορφώθηκε σιγά σιγά στο ζαχαροπλαστείο που γνωρίζουμε σήμερα. Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, στο τιμόνι βρίσκονται οι δύο εγγονές του Παναγιώτη, η Διονυσία και η Ελευθερία.
Κι ενώ όλα γύρω αλλάζουν, το ζαχαροπλαστείο «Δεληγεωργάκη», με μότο «μια γλυκιά ιστορία ποιότητας και παράδοσης», παραμένει αναλλοίωτο από πολλές απόψεις:
Στην ίδια διεύθυνση: Αγίας Σοφίας 58. Στις αρχές του ’40 ήταν ένα χαμόσπιτο σε χωματόδρομο. Σήμερα βρίσκεται στο ισόγειο μιας πολυκατοικίας, μια ανάσα από τον σταθμό Μετρό «Αγίας Σοφίας».
Στο ίδιο μικρό εργαστήριο: Μια ανακαίνιση θα μπορούσε να δώσει περισσότερο χώρο στο μικρό τους εργαστήριο, όμως θα άλλαζε τον παραδοσιακό χαρακτήρα του. Προτιμούν τη σταθερότητα από την άνεση.
Στα ίδια οικογενειακά χέρια: Όλες αυτές τις δεκαετίες δουλεύουν εδώ μόνο μέλη της οικογένειας. «Κάποιος εκτός οικογένειας εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσε να αγαπήσει με τον ίδιο τρόπο το δεύτερο σπίτι μας».
Όλα χειροποίητα: Τα πάντα είναι φτιαγμένα με μεράκι από τη Διονυσία και την Ελευθερία. «Μπράβο τον Δεληγεωργάκη για τα κορίτσια του!», λέει συχνά η γειτονιά. Θα τις δεις να κουβαλάνε τσουβάλια 25 και 30 κιλών με πρώτες ύλες – διαλεγμένες στην τελευταία λεπτομέρεια – ή να γυρνάνε το καζάνι για τα λουκούμια μόνες τους, χωρίς μηχανή, όπως έκανε ο παππούς τους. Η ικανοποίηση που παίρνουν από τη δουλειά τους, η αποδοχή του κόσμου και η διαφήμιση «από στόμα σε στόμα» είναι αυτό που τις ξεκουράζει.
Κεράσματα: Ο παππούς Παναγιώτης συνήθιζε να κερνάει όλη τη γειτονιά, συνήθεια που τιμούν και σήμερα οι εγγονές του. Παιδάκια που τα θυμούνται να έρχονται για κέρασμα μετά το σχόλασμα από τα γειτονικά σχολεία – το 36ο Δημοτικό και το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης – τώρα επιστρέφουν με τα δικά τους παιδιά.
«Ήρθε ένα ζευγάρι τις προάλλες κι επειδή δεν μπορούσαν να αποφασίσουν τι θέλουν, τους κεράσαμε διάφορα. Την επόμενη μέρα πήραν σχεδόν όλα όσα είχαν δοκιμάσει», λέει η Ελευθερία. «Προσφέρουμε εύκολα, γιατί είμαστε πολύ σίγουρες για το προϊόν και ξέρουμε ακριβώς τι έχει μέσα».
Την περίοδο των Χριστουγέννων βρίσκονται στο μαγαζί από το πρωί μέχρι το βράδυ. «Σχεδόν δεν φεύγουμε καθόλου. Είναι μια δύσκολη περίοδος, αλλά και πάρα πολύ γλυκιά, κυριολεκτικά και μεταφορικά», λέει η Ελευθερία.
Η Διονυσία συμπληρώνει: «Εκείνες τις μέρες, όταν μπει κάποιος για πρώτη φορά και ρωτήσει για ένα γλυκό, δεν προλαβαίνουμε να απαντήσουμε εμείς. Μας έχουν προλάβει οι πελάτες που είναι ήδη μέσα – είναι οι καλύτεροι διαφημιστές μας. Όλο αυτό είναι μεγάλη ανταμοιβή».
Φημισμένη είναι η τριφτή βασιλόπιτά τους, για την οποία χρησιμοποιούν την ξύλινη σφραγίδα του Αγίου Βασιλείου που κληρονόμησαν από τον παππού τους – ένα οικογενειακό κειμήλιο 100 ετών. Οι βασιλόπιτες εγκαινιάζουν την εορταστική περίοδο στο εργαστήριο, αφού αρχίζουν να τις ετοιμάζουν πολύ νωρίτερα, για να φτάσουν έγκαιρα σε φανατικούς πελάτες τους που ζουν στο εξωτερικό.
Εκτός από τα λουκούμια και τις σοκολάτες τους, είναι πολύ περήφανες για το βελανίδι, ένα γλυκό με αμυγδαλόπαστα μάρζιπαν. «Οκτώ φορές διαδικασία μέχρι να φτάσει στον πελάτη. Δεν το βγάζει σχεδόν κανένας πλέον, γιατί δεν πληρώνεται», εξηγεί η Ελευθερία.
Ανάμεσα στους εκατοντάδες κωδικούς προϊόντων, φανατικούς φίλους έχουν επίσης ο σοκολατένιος μπακλαβάς τους – «με πραλίνα φουντουκιού» όπως τονίζουν –, τα πτι φουρ, αλλά και οι κουραμπιέδες τους, που τους βγάζουν όλο τον χρόνο.
«Το καλοκαίρι είναι πιο νόστιμοι», λέει η Διονυσία, «επειδή η ζέστη απλώνει τη γεύση τους».
Νέα προϊόντα βγάζουν τακτικά – όχι με το άγχος της όλο και μεγαλύτερης ποικιλίας, αλλά με αφορμή τις ίδιες τους τις οικογενειακές ανάγκες. Όταν, για παράδειγμα, ήταν μικρά τα παιδιά τους, άρχισαν να φτιάχνουν μπάρες για το σχολικό κολατσιό, πολύ πριν γίνουν μόδα. Για κεράσματα σε παιδικές γιορτές, ξαναέβγαλαν στην αγορά τα μπισκοτολούκουμα, μάλιστα σε ατομική συσκευασία.
Συνεχίζουν να πιστεύουν ότι η καλύτερη διαφήμιση είναι «από στόμα σε στόμα», αλλά αναγνωρίζουν ότι τα κοινωνικά δίκτυα παίζουν πλέον μεγάλο ρόλο, ειδικά στους νέους. Χαρακτηριστικά, ο γιος της Ελευθερίας την είχε πάρει πρόσφατα τηλέφωνο για να της πει ότι… είναι στο YouTube: ένας γνωστός youtuber είχε αγοράσει από το ζαχαροπλαστείο. «Για πολλές μέρες έγινε χαμός με τα μπακλαβαδάκια, επειδή τα είχε αγοράσει εκείνος», θυμάται η Διονυσία.
Οι παιδικές τους αναμνήσεις είναι γεμάτες μυρωδιές και γεύσεις. «Θυμάμαι ότι τα ρούχα μας μύριζαν πάντοτε βανίλια, και μας άρεσε πολύ αυτό», λέει η Ελευθερία – κι ας έκαναν από μικρή ηλικία ό,τι αγγαρεία υπήρχε στο μαγαζί.
«Εδώ μέσα είναι οι ζωές μας, αλλά και των οικογενειών μας. Εγώ έχω τρία παιδιά, η αδερφή μου ένα, αλλά στην πραγματικότητα και οι δύο έχουμε από τέσσερα – όλα τα περνάμε μαζί», λέει η Ελευθερία.