Χρυσόστομος Σταμούλης: «Η επιστήμη αποτελεί συνέχεια του δημιουργικού έργου του Θεού»

Ως ελάχιστη ένδειξη σεβασμού και τιμής στη μνήμη ενός σπάνιου ανθρώπου, αναδημοσιεύουμε σήμερα αυτή τη σημαντική συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο Χρυσόστομος Σταμούλης στον Κώστα Μπλιάτκα.

Από το χαρτί στο διαδίκτυο
Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Τεύχος 84 (Ιούνιος 2023) της έντυπης έκδοσης του ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚέΩΝ ΠόΛΙΣ Αποκτήστε τη δική σας συνδρομή εδώ: https://www.culturalsociety.gr/eshop/

Ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Άρχων Διδάσκαλος της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας Χρυσόστομος Σταμούλης σχολιάζει τη σχέση θεολογίας, θρησκείας και φονταμενταλισμού, αλλά και απαντά στο παλιό στοιχειωμένο ερώτημα για τη σχέση πίστης και επιστήμης και εξηγεί σε ποια φάση βρίσκεται στις μέρες της τεχνητής νοημοσύνης. Επίσης μιλά για το πως μια Θεολογική Σχολή μπορεί να διαλέγεται με τον κόσμο, την κοινωνία, τον πολιτισμό και τη δημόσια πλατεία.

Διαβάζω για τη φυσιογνωμία της Θεολογικής Σχολής και τη φιλοσοφία της, η οποία στηρίζεται στο τρίπτυχο «ανοιχτότητα-διάλογος-πολιτισμός». Συμφωνείτε με αυτό που πολλοί υποστηρίζουν, πως το ΑΠΘ ουδέποτε υπήρξε «συντηρητικό» πανεπιστήμιο;

Κοιτάξτε, δεν χωρά καμία αμφιβολία πως η Θεολογική μας Σχολή φημίζεται για την ανοιχτότητά της, τη διαλογική της διάθεση και τη συνεχή παραγωγή πολιτισμού. Για να συμβεί, όμως, αυτό απαιτείται ισχυρή γνώση της τεράστιας παράδοσης. Γνώση, δηλαδή, και μετάληψη όλων εκείνων των στοιχείων που δημιούργησαν τρόπο υπάρξεως και ανοίγουν επεκτατικά στη συνάντησή τους με το παρόν και την εντός αυτού αποκάλυψη νοήματος για τον άνθρωπο και τη ζωή. Σε μια τέτοια περίπτωση η συμβατική διαίρεση συντηρητικού και προοδευτικού αίρεται και αντικαθίσταται από το αληθινό. Από το ὄντως ὑπάρχειν, που ορίζεται από τις πραγματικές ανάγκες της ζωής και όχι από ιδεολογικές ή «ακαδημαϊκές» επιταγές, οι οποίες τις περισσότερες φορές αναπτύσσονται ερήμην της πραγματικής ζωής και όλων όσων αυτή εισηγείται εδώ και τώρα. Ναι, λοιπόν, το ΑΠΘ ήταν και συνεχίζει να είναι ένα πανεπιστήμιο που ακούει και βλέπει, αισθάνεται και τολμά, αναπνέει και ζει. Το ίδιο και η Θεολογική του Σχολή.

Γιατί, όμως, ένας μαθητής θα πρέπει να δηλώσει στις Πανελλήνιες Εξετάσεις ένα Θεολογικό Τμήμα, μια Θεολογική Σχολή;

Γιατί όχι; Η θεολογία είναι μια επιστήμη που ανήκει στον ευρύτερο χώρο των ανθρωπιστικών σπουδών. Μια επιστήμη στο κέντρο της οποίας βρίσκεται ο ίδιος ο άνθρωπος. Μια επιστήμη η οποία συνεχώς γίνεται και ανοίγεται. Παλιότερα υπήρχε η άποψη πως οι θεολόγοι είτε θα γίνονταν ιερείς είτε καθηγητές και καθηγήτριες στην εκπαίδευση. Σήμερα, χωρίς να παραθεωρούμε αυτή τη δυνατότητα, γνωρίζουμε ότι μια τέτοια προοπτική είναι μόνο ένα κομμάτι της αλήθειας. Στην εποχή της ύστερης νεωτερικότητας οι θρησκευτικές σπουδές λαμβάνουν άλλες διαστάσεις. Και τούτο διότι το θρησκευτικό φαινόμενο βρίσκεται στη ρίζα του πολιτισμού και συμβάλλει με τον τρόπο του στη συνδιαμόρφωση της σύγχρονης ζωής. Γεωπολιτική, διεθνείς σχέσεις, οικονομία, πολιτισμός, κοινωνική συνοχή, δημόσιος βίος, τέχνη, θρησκευτική διπλωματία, εμπόριο, τουρισμός είναι κάποια μόνον από τα πεδία στα οποία οι θρησκείες του κόσμου παίζουν βασικό ρόλο. Το θέμα είναι η συμβολή τους να είναι θετική. Και σε αυτή την κατεύθυνση προχωρά η σύγχρονη σπουδή της θεολογίας και του θρησκευτικού φαινομένου εν γένει. Στην κατεύθυνση, δηλαδή, της ανάδειξης όλων εκείνων των στοιχείων των θρησκευτικών παραδόσεων, εξαιρέτως στον τόπο μας της Ορθοδοξίας, που μπορούν να δημιουργήσουν εντός των κοινωνιών ένα ανανεωμένο μαζί, που θα διακονείται από πολίτες με δημοκρατικό φρόνημα, διάθεση αλληλεγγύης και υπεράσπισης των αδυνάτων, ισχυρή γνώση της ταυτότητας, αποδοχή της ετερότητας, τόλμη και γενναιότητα.



Κάποιοι θα ρωτούσαν αν έχει θέση μια Θεολογική Σχολή σε ένα Ανώτατο Ακαδημαϊκό Ίδρυμα…

Με όλα όσα ως τα τώρα σας είπα, νομίζω ότι η απάντηση είναι σαφής. Δυστυχώς,άνθρωποι χωρίς πραγματική ενημέρωση ή άνθρωποι παραδομένοι σε ιδεοληψίες και ενίοτε ύποπτα συμφέροντα επιχειρηματολογούν για το αντίθετο. Ακόμα και άνθρωποι που το μοναδικό τους κριτήριο είναι οι αποτυχίες και οι οποιεσδήποτε ανομίες μελών των θρησκευτικών κοινοτήτων, που καθημερινά εμφανίζονται από τα ΜΜΕ στον χώρο της δημόσιας πλατείας. Το αξιοσημείωτο, όμως, αλλά όχι περίεργο, είναι πως οι ενστάσεις αυτές έρχονται τόσο από ανθρώπους που συνδέονται με τις εκκλησιαστικές και εν γένει θρησκευτικές κοινότητες, όσο και από ανθρώπους της πανεπιστημιακής κοινότητας, των γραμμάτων και των τεχνών, οι οποίοι μαθαίνουν τα περί θεολογίας και θρησκείας από «αλλότριες» πηγές. Νιώθω πολλές φορές, και αυτό προφανώς αποτελεί και δική μας αδυναμία να επικοινωνήσουμε τον θεολογικό μας εαυτό, πως τη δουλειά, την πραγματική δουλειά των Θεολογικών Σχολών στον τόπο μας όσο και αλλού ελάχιστοι γνωρίζουν και πολύ λιγότεροι κατανοούν. Το αισιόδοξο του πράγματος είναι ότι τελευταία φαίνεται πως κάτι αλλάζει, κάτι κινείται, και τούτο αποδεικνύεται από τη συμμετοχή φοιτητών κυρίως σε προγράμματα μεταπτυχιακών της Σχολής μας που συνδέονται με πεδία που ανέφερα πιο πάνω. Τούτο οφείλει να το καταλάβει και η πολιτεία, η οποία ενίοτε ή και συχνά χάνεται σε σχέδια τα οποία εκπονούνται ερήμην του ανθρώπου και των αναγκών του. Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι το αντίθετο. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνούμε.



Ένα παλιό «στοιχειωμένο» θέμα είναι η σχέση πίστης και επιστήμης. Σε ποια φάση βρίσκεται στις μέρες της τεχνητής νοημοσύνης;

Υποστήριζα στο παρελθόν και συνεχίζω και σήμερα να υποστηρίζω πως η επιστήμη αποτελεί τη συνέχεια του δημιουργικού έργου του Θεού στον κόσμο. Τούτη είναι και μια θέση που συναντούμε στα μνημεία του πολιτισμού της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πάντα, όμως, υπάρχει ο κίνδυνος της αυτονόμησής της και της λειτουργίας της ενάντια στην πραγματική ζωή και τις ανάγκες της. Ενάντια στον άνθρωπο. Γι’ αυτό και είναι, τώρα περισσότερο από ποτέ, αναγκαία η κριτική θεώρηση των πραγμάτων και ο δημοκρατικός έλεγχος. Μια τέτοια αυτονόμηση και προφανώς άκριτη και αήθης εμπορευματοποίηση δεν συγκρούεται με την πίστη. Συγκρούεται με την ίδια τη ζωή.Ό,τι γίνεται οφείλει να γίνεται «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας», έτσι ώστε αύριο να μην είμαστε υπόλογοι για τη συμμετοχή μας στον πολιτισμό της μεγάλης «μεταπατορικής» αμαρτίας. 



Αν μπορούν να γίνουν τέτοιες κατατάξεις, ποια είναι τα χαρακτηριστικά των καθηγητών και τα αντίστοιχα των φοιτητών της Σχολής;

Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε ανεύθυνες γενικεύσεις, ούτε και σε ανέξοδες ωραιοποιήσεις της πραγματικότητας. Όπως σε κάθε κοινωνία, έτσι και στη Θεολογική Σχολή υπάρχουν πολλών λογιών φωνές. Αυτό, όμως, που υπερισχύει και δίνει τον τόνο είναι η διάθεση να φύγουμε μπροστά με την εμπειρία του παρελθόντος, τη γνώση του παρόντος και το όραμα του μέλλοντος. Σε επίπεδο, μάλιστα, επιστημονικό μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι. Η Θεολογική μας Σχολή πρόσφατα πέρασε τη δεύτερη εξωτερική αξιολόγησή της και τα Τμήματα μας, το Τμήμα Θεολογίας και η Εισαγωγική του Κατεύθυνση Μουσουλμανικών Σπουδών, όπως και το Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας και Χριστιανικού Πολιτισμού, βαθμολογήθηκαν με άριστα. Την τελευταία, μάλιστα, τετραετία, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παγκόσμιας κατάταξης Πανεπιστημίων του Οργανισμού QS (Quacquarelli Symonds), στο επιμέρους θεματικό πεδίο «Θεολογία, Θεογνωσία και Θρησκευτικές Σπουδές» βρίσκεται ανάμεσα στα 140 καλύτερα προγράμματα σπουδών παγκοσμίως και στην πρώτη θέση μεταξύ των πανεπιστημίων που έχουν σπουδές Ορθόδοξης Θεολογίας. Για τον λόγο αυτό ανήκουν θερμά συγχαρητήρια τόσο στους προέδρους των δύο Τμημάτων, καθηγητές Νικόλαο Μαγγιώρο και Απόστολο Κραλίδη, όσο και στο σύνολο του διδακτικού και διοικητικού προσωπικού της Σχολής για το σπουδαίο έργο τους.

Ποια η σχέση της Σχολής με την Εκκλησία;

Οι Θεολογικές Σχολές στην Ελλάδα ανήκουν στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Εντούτοις, η σχέση με την Εκκλησία είναι πολύ καλή. Υπάρχει εξαιρετική συνεργασία, η οποία αποδεικνύεται με τη συμμετοχή πολλών μελών του διδακτικού μας προσωπικού σε επιτροπές τόσο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όσο και του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, τη συνδιοργάνωση συνεδρίων, την ανταλλαγή απόψεων και τη χάραξη κοινής στρατηγικής για θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Το ίδιο πολύ καλές είναι και οι σχέσεις μας με τις άλλες αναγνωρισμένες θρησκευτικές κοινότητες του τόπου μας, χριστιανικές, μουσουλμανικές και εβραϊκές, με τις οποίες βρισκόμαστε σε άμεση επικοινωνία και συνεργασία. 



Μπορεί μια Θεολογική Σχολή να διαλέγεται με τον κόσμο, την κοινωνία, τον πολιτισμό και τη δημόσια πλατεία;

Οφείλει να διαλέγεται. Ειδάλλως δεν έχει λόγο υπάρξεως. Οφείλει να αναμετράται με το πραγματικό και να συμβάλλει, όπως ήδη έχω πει, στη συνδιαμόρφωση του κόσμου και της ζωής. Του κοινού μας κόσμου, στον οποίο αισθανόμαστε ότι ανήκουμε και τον οποίο πιστεύουμε πως υπηρετούμε. Άλλωστε, η συγκρότηση του εαυτού, στην προκειμένη περίπτωση του θεολογικού και εκκλησιαστικού εαυτού, πραγματοποιείται πάντα εν σχέσει. Γράφει ο Γιάννης Τσαρούχης και δίνει το πλαίσιο: «Το μεγάλο οικοδόμημα της Ορθοδοξίας δεν αποτελείται μόνο από δόγματα και μοναστικούς κανονισμούς. Το ’χτισαν ποιητάδες, μουσικοί, ζωγράφοι, κεντηστάδες, χρυσικοί και καλαϊτζήδες, χτίστες και αρχιτέκτονες. Όλοι αυτοί με τον τρόπο τους εκφράσανε τον συνδυασμό του πνεύματος με τη σάρκα, τη θεϊκή ισορροπία ανάμεσα στα δύο, που αποτελεί την ουσία του ορθόδοξου χριστιανισμού. Όλοι αυτοί ήταν μυημένοι σ’ αυτή την ισορροπία».

Ποιοι οι στόχοι για το μέλλον;

Η συνεχής αρχιτεκτόνηση του θεολογικού μας οίκου. Η ενίσχυση των σπουδών, των θεμελίων της επιστήμης μας, η ποιοτική αναβάθμισή τους, η περαιτέρω ενδυνάμωση της διεπιστημονικότητας, η πρόσληψη όλων εκείνων των στοιχείων, πολιτιστικών, πολιτισμικών και άλλων, που μπορούν να οδηγήσουν σε μια δυναμική παρουσία τόσο εντός πανεπιστημίου, όσο και εκτός. Να γίνει η Θεολογική μας Σχολή χώρος προσέλκυσης φοιτητών με πάθος και όραμα, τόσο από την Ελλάδα, όσο και από το εξωτερικό. Ένας «τόπος» διαλόγου, συνάντησης και δημιουργίας· αναγνωρίσιμος και αποδεκτός.



Ποια η σχέση θεολογίας, θρησκείας και φονταμενταλισμού;

Ο φονταμενταλισμός, παρότι έχει εισχωρήσει βαθιά στον χώρο της Θεολογίας και των Θρησκειών, βρίσκεται στ’ αλήθεια εντελώς απέναντί τους. Η παρουσία του φονταμενταλισμού δηλώνει την υποχώρηση και την απουσία της θεολογίας και του θρησκευτικού φαινομένου. Η θεολογία του αυτεξουσίου εισηγείται την απόλυτη ελευθερία της βούλησης. Τούτο από μόνο του βρίσκεται απέναντι από τον φονταμενταλισμό, ο οποίος στηρίζεται στην άρση της ελευθερίας, αλλά και της αγάπης του προσώπου. Και ας μην ξεχνούμε ότι ο φονταμενταλισμός συνδέεται πλήρως με τη βία, σωματική και πνευματική. Τη βία των κινήσεων και των λόγων. Τη βία του βλέμματος, αλλά κυρίως τη βία της σιωπής και της ουδετερότητας.

Τι μπορεί η κοινωνία να περιμένει από τους θεολόγους;

Έχω διαπιστώσει σε πολλές περιπτώσεις ότι η κοινωνία βρίσκεται σε αναμονή των θεολόγων. Εμείς, έχω την αίσθηση, δεν το κατανοούμε πάντα. Ούτε, βεβαίως, κατανοούμε τις δυνατότητες και τις προοπτικές μιας συνάντησης στη δημόσια πλατεία. Θέλει θάρρος και ισχυρή γνώση η «έκθεση» στην κοινωνία των πολιτών. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν εκεί έξω και πονηροί, των οποίων οι προκαταλήψεις δεν επιτρέπουν ουσιαστική συνάντηση. Θέλω να πιστεύω ότι η πορεία και η εξέλιξη της Θεολογικής μας Σχολής βάζει τη βάση για μια συνάντηση με εντιμότητα, προτάσεις και ρεαλισμό. Η κοινωνία μπορεί να περιμένει τη συμμετοχή των θεολόγων στις αγωνίες της, στις αναζητήσεις της, προκειμένου η επόμενη ημέρα να είναι πιο φωτεινή. Ξέρετε, οι θεολογικές σπουδές προσφέρουν αυτό το κάτι περισσότερο που σχετίζεται με το υπαρξιακό στοιχείο του ανθρώπου, την προοπτική της ελπίδας και την επέκταση της ζωής. Είναι αυτό που λέει ο Ελύτης:

Αν δεν στηρίξεις

το ένα σου πόδι
έξω απ’ τη Γη
ποτέ σου

δεν θα μπορέσεις

να σταθείς επάνω της.

Διαβάστε επίσης

Fireglassart, χριστουγεννιάτικες μπάλες, φυσητό γυαλί
Το τελευταίο εργαστήρι με χριστουγεννιάτικες μπάλες από φυσητό γυαλί στην Ελλάδα συνεχίζει παράδοση μισού αιώνα
Global shapers
Οι Global Shapers πιστεύουν ότι η αλλαγή περνά από το χέρι της Gen Z και ξεκινά τοπικά – με μικρά, πρακτικά βήματα και συλλογική δουλειά
Δεληγεωργάκη
Η τρίτη γενιά συνεχίζει την παράδοση του οικογενειακού ζαχαροπλαστείου, που στέκει στο ίδιο σημείο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης από το 1943
Mataroa Street contest
Μιλά ο street artist που «κράσαρε» τη φετινή δράση τέχνης δρόμου στη Θεσσαλονίκη