Η πόλη ακόμα κοιμάται όταν διασχίζω την οδό Μενεξέ και μπαίνω στο Καπάνι. Εδώ όμως η μέρα έχει ήδη αρχίσει.
Οι ψαράδες γεμίζουν πάγο τους πάγκους τους και απλώνουν τα φρέσκα ψάρια σε συμμετρικές σειρές. Στα κρεοπωλεία, οι μπαλτάδες πέφτουν ρυθμικά, τα κρέατα τεμαχίζονται και μπαίνουν στα τσιγκέλια. Οι μανάβηδες μεταφέρουν με καρότσια τα καφάσια τους, γεμίζοντας τα στενά με μια πανδαισία χρωμάτων.
Πιο πέρα, έμποροι απλώνουν σε ράφια και κρεμούν παπούτσια, ρούχα, τσάντες. Στην άλλη μεριά της αγοράς τα κεπέγκια είναι ακόμα κατεβασμένα. Χαζεύω τα γκράφιτι και τις πορτοκαλί αχτίδες της ανατολής του ήλιου που ζωγραφίζουν τα παλιά κτίρια.
Η ώρα κοντεύει δώδεκα όταν ανηφορίζω από την Κυδωνιάτου. Έξω από ένα μπαχαράδικο, τουρίστες μυρίζουν τα μπαχαρικά, ακούν με ενδιαφέρον τον ξεναγό και τον ιδιοκτήτη του καταστήματος. Φεύγουν χαμογελαστοί, με ένα ματσάκι ρίγανη δώρο του καταστήματος, και ό,τι ψώνισε ο καθένας.
Μέσα στην αγορά δεν υπάρχει πια η παλιά κοσμοσυρροή· περπατάς άνετα, με λίγους πελάτες σε κάθε πάγκο. Ελληνικά ακους λιγοστά.
«Πλέον οι μόνοι μας πελάτες είναι ξένοι, κυρίως Βαλκάνιοι. Οι ντόπιοι προτιμούν τα συνοικιακά καταστήματα και τις λαϊκές. Δεν τους είναι και εύκολο να κατεβαίνουν στο κέντρο».
Περικλής Τσερμενίδης, σχεδόν 40 χρόνια στο Καπάνι
Η ζέστη έχει κοπάσει και η αγορά ανασαίνει πιο αργά. Οι φωνές των εμπόρων χαμηλώνουν, οι πελάτες λιγοστεύουν. Το φως γέρνει πάνω στα μισοάδεια καφάσια.
Ο αέρας μυρίζει ψάρι, μπαχαρικά και ψημένους ξηρούς καρπούς. Ο ρυθμός έχει αλλάξει: ούτε η ένταση του πρωινού, ούτε η πληρότητα του μεσημεριού· μόνο μια αίσθηση αναμονής για ό,τι θα ακολουθήσει τη νύχτα.
Τίποτα δεν θυμίζει το πρωί. Κλειστά ρολά, μαζεμένοι πάγκοι, άδεια ψυγεία.
Μου έρχονται στο μυαλό τα λόγια ενός εμπόρου: «Κάθε στιγμή της ώρας είναι διαφορετική εδώ στην αγορά. Αλλιώς τα ξημερώματα, που ξεφορτώνουμε τα πράγματα και στήνουμε τους πάγκους, αλλιώς το πρωί και το μεσημέρι, αλλιώς το βράδυ που ερημώνει και είναι κατασκότεινη σε σημεία».
Σε κάποια σημεία, μπροστά στα κλειστά ρολά των πρωινών επιχειρήσεων απλώνονται γεμάτα τα τραπεζάκια των μεζεδοπωλείων. Παρέες πίνουν κρασί στο παραδοσιακό καφενείο «στου Μήτσου», νέοι διασκεδάζουν στη «Τζέλα Δέλτα», ενώ στα dj πάρτυ γεμίζει όλο το πλακόστρωτο της Σπανδώνη.